Χρόνος ανάγνωσης περίπου:3 λεπτά

Τα κάλαντα – Η Ρίτα | της Ιφιγένειας Μανουρά


Είχαμε από τα Χριστούγεννα χωριστεί σε παρέες για να πούμε τα κάλαντα και με τα ίδια παιδιά θα λέγαμε και της Πρωτοχρονιάς. Η παρέα μας: Η Νικάκη, το Βγενιώ, η Ρίτα και εγώ. Είχα φορέσει ό,τι πιο ζεστό διέθετα γιατί ήτανε μια πολύ παγωμένη βραδιά και ξεκίνησα για την πλατεία του χωριού τον Σελή. Εκεί συναντήθηκα με τα κορίτσια εκτός από τη Ρίτα η οποία αργούσε. Αφού δεν φαινότανε αποφασίσαμε να πάμε από το σπίτι της να την πάρουμε. Τη φωνάξαμε και αντί για εκείνη βγήκε η μάνα της η θεία η Ελένη και μας ανακοίνωσε ότι ο μπαμπάς της τής απαγόρευσε να πει πάλι τα κάλαντα, μια που τα είχε πει και τα Χριστούγεννα. Mπήκα μέσα στο σπίτι αποφασισμένη να μείνω μαζί της για συμπαράσταση. Κλαίγαμε και οι δυο μαζί. Μου είπε ότι αν δεν πάω να τα πω, θα κλαίει πιο πολύ και έτσι έφυγα. Διαπραγματεύσεις με τον μπαμπά της δεν σήκωναν.

Φύγαμε στεναχωρημένες και την ακούγαμε μέσα από το σπίτι να κλαίει, αλλά και δεν μπορούσαμε να αλλάξουμε τίποτα. Κάποια στιγμή σκεφτήκαμε για συμπαράσταση να μην τα πούμε και εμείς, αλλά ήτανε άδικο μιας που όλη τη χρονιά περιμέναμε τα κάλαντα για να βγάλουμε τον οβολό μας, που μας ανήκε δικαιωματικά. Ξεκινήσαμε, με τη Νικάκη να προπορεύεται κρατώντας το φαναράκι για να βλέπομε, γιατί το χωριό δεν είχε ακόμα ηλεκτρικό, και επίσης ήτανε σκοτάδι επειδή τα χρόνια εκείνα περιμέναμε να νυχτώσει για να πούμε τα κάλαντα. Το Βγενιώ κρατούσε το καλαθάκι για τα «μπράτι» και εγώ το λαδικό για το λάδι.

Με βαριά καρδιά αρχίσαμε από το πρώτο σπίτι.

-Να τα πούμε;

-Να τα πείτε!!

-Ταχιά ταχιά ‘ναι αρχιχρονιά πρώτη γιορτή του χρόνου, αρχή που βγήκε ο Χριστός στη γη να περιπατήσει. Και εβγήκε και χαιρέτησε όλους τους ζευγολάτες. Και ο πρώτος που χαιρέτησε ήταν Άγιος Βασίλης

-Καλώς τα κάνεις Βασιλειό, καλόν ζευγάριν έχεις.

-Καλό το λες αφέντη μου καλό και ευλογημένο, η χάρη σου το βλόγησε με το δεξιό του χέρι, με το δεξιό με το ζερβό με το μαλαματένιο.

-Για πες μου Άη Βασίλη μου πόσα μουζούρια σπέρνεις;

-Σπέρνω σταράκι δώδεκα, κριθάρι δέκα πέντε ταγή και ρόβι δεκαοχτώ κι από νωρίς στο στάβλο.

-Φέρε καρύδια, κάστανα, πανιέρια λεπτοκάρυα και φέρε και γλυκό κρασί να πιουν τα παλικάρια

-Και από την μαύρη όρνιθα κανένα αβγουλάκι και αν είναι από τη γαλανή ας είν’ και ζευγαράκι.

-Και από το λαδοπίθαρο σκια μια οκά λαδάκι και ας είναι και περσότερο κρατούμε ‘μείς ασκάκι

-Τέσσερα πέντε πράγματα που τάχει η περιστέρα ανοίξετε την πόρτα σας να πούμε καλησπέρα.

Πήγαμε σε όλα και σπίτια και στα περισσότερα μπαίναμε μέσα ενώ λέγαμε τα κάλαντα, προσπαθώντας να ζεσταθούμε λίγο στο τζάκι, που ξελόχιζε. Οι νοικοκυρές μας κερνούσαν χειροποίητα γλυκά. Γεμίσαμε το καλαθάκι μας με καλούδια. Καρύδια,αμύγδαλα, συκοπιταρίδες, λουκάνικα, απάκια, αυγά, κουλουράκια γλυκά με κανέλλα και σισάμι που τα είχαν φτιάξει οι νοικοκυρές για τους καλαντάριδες, κουραμπιέδες, μελομακάρονα, και το λαδικό γεμάτο μέχρι απάνω, γιατί ήτανε λαδοχρονιά και δεν το λυπηθήκανε οι σπιτονοικοκύρηδες.

Στο καφενείο του χωριού – το μοναδικό – οι κερδισμένοι στα χαρτιά, μας έδωσαν και χρήματα. Στο δρόμο συναντηθήκαμε και με τις άλλες παρέες και εμείς που είχαμε μαζέψει τα περισσότερα αγαθά μια που είχαμε ξεκινήσει πρώτες να τα λέμε, τους κάναμε το «λίξι». Ολόχαρες πήγαμε στο σπίτι της Βγενιώς και εκεί μοιράσαμε τον θησαυρό. Στα τέσσερα. Δεν ήτανε σωστό να αφήσουμε έξω από τη μοιρασιά τη φίλη μας τη Ρίτα. Για να μην μας δει κανείς παρακατσέψαμε, πήγαμε κατσά – κατσά από την πίσω μεριά του σπιτιού και της δώσαμε το μερίδιό της. Τότε πια ήτανε που ξέσπασε σε γοερό κλάμα. Το κλάμα όμως της χαράς!!!

Ιφιγένεια Μανουρά


Σύνταξη

Η τέχνη, η επιστήμη, η γλώσσα, ο γραπτός λόγος, η παράδοση, είναι εργαλεία του πολιτισμού, που συμβάλλουν τα μέγιστα για να διαμορφωθεί μια κοινωνία, να θεσπίσει τους κώδικες και την ηθική της, να πλάσει τους όρους δημιουργίας της κοινωνικής συνείδησης, να επεξεργαστεί την αλληλεγγύη της και να φτιάξει έναν κοινωνικό ιστό, που θα διαφυλάσσει και θα προάγει την έννοια άνθρωπος.
Αναγνώσεις:58