Χρόνος ανάγνωσης περίπου:9 λεπτά

Μεζεδάκια του Δεκατριαύγουστου | του Νίκου Σαραντάκου

Διότι ο μήνας έχει δεκατρείς, αλλά δεν είναι καταραμένη μέρα, όπως θέλει το τραγούδι, είναι τριήμερο απόλυτης χαλάρωσης, αν βέβαια είστε στο 57% των τυχερών που είχαν τα μέσα να πάνε διακοπές έστω και για λίγες μέρες. (Γιατί 57%; Διότι η Ημερησία έγραψε ότι το 43% δεν είχαν την οικονομική δυνατότητα, αν και βλέπω ότι αυτό αφορά το 2020).

Ακούω πάντως ότι σε πολλά νησιά οι μαγαζάτορες έχουν προσαρμόσει τον τιμοκατάλογο στο βαλάντιο του Ευρωπαίου τουρίστα -έτσι, ας πούμε, στην Αλόννησο, μου είπαν, τα γεμιστά τιμώνται 14 ευρώ. Ορφανά μάλιστα, όχι με κιμά καμηλοπάρδαλης.

Και ξεκινάμε με κάτι παραθεριστικό, που κι αυτό δεν ξέρω αν είναι φετινό, διότι το πήρα από δεύτερο χέρι.

Gymnism is forbidden, μεταφράζεται στα αγγλικά η πινακίδα πάνω στο αρμυρίκι (ή στην ελιά; πού είναι οι γεωπόνοι υπηρεσίας;)

Λογικό, αφού όλα από εμάς τα πήρανε.

Και για να προλάβω ενστάσεις από γκουγκλοδίφες, αναγνωρίζω πως η λέξη gymnism δεν είναι ανύπαρκτη, αφού τη χρησιμοποιεί ένα πολυτελές ξενοδοχείο στο Νεπάλ. Αν και μάλλον εννοεί υπηρεσίες γυμναστηρίου.

* Πνέει μένεα εναντίον Μητσοτάκη ο κ. Ν. Καραχάλιος, πρώην στέλεχος της ΝΔ επί Καραμανλή και, ανάμεσα σε πολλα άλλα, τον κατηγορεί ότι «κάνει πράγματα που δεν ενσκύπτουν στο πρωθυπουργικό πλαίσιο».

Θα μου πείτε, σιγά τα λάχανα, η λάθος χρήση του «ενσκήπτω» αντί για το «εγκύπτω» ή το «σκύβω» είναι πολύ διαδεδομένο λάθος που μας έχει απασχολήσει κάμποσες φορές, το ίδιο και η μεσοβέζικη γραφή «ενσκύπτω».

Εδώ όμως υπάρχει και τρίτη πτυχή, ότι κανένα από τα δύο, ενσκήπτω και εγκύπτω, δεν ταιριάζει στη φράση. Θα ταίριαζε ίσως το «δεν εμπίπτουν», αλλά δεν είπε αυτό ο κ. Καραχάλιος (και κατά τη γνώμη μου, πιο πολύ ακόμα θα ταίριαζε το «απάδουν»).

* Και μια ακόμα απαγορευτική πινακίδα, αν και όχι αμιγώς τουριστικού χαρακτήρα.

Απαγορεύεται το πάρκισμα, γράφει.

Δεν είμαι ο καταλληλότερος να ρίξω την πρώτη πέτρα, αφού κι εγώ χρησιμοποιώ τους τύπους γκουγκλίζω, γκούγκλισμα αντί για τους αναμενόμενους γκουγκλάρω, γκουγκλάρισμα.

Να συμφωνήσουμε πάντως ότι ο αναμενόμενος τύπος είναι «παρκάρισμα». Βέβαια, ένας λόγος που ίσως συνηγόρησε υπέρ της γραφής «πάρκισμα» είναι ότι έχει δυο γράμματα λιγότερα κι έτσι χωράει με αυτή τη γραμματοσειρά στις διαστάσεις της πινακίδας.

* Το συζητήσαμε και στα σχόλια, αλλά ας μείνει κι εδώ για λόγους τεκμηρίωσης.

Εννοώ την ιδιότυπη σύνταξη στη δήλωση του κ. Ν. Ανδρουλάκη για το σκάνδαλο της παρακολούθησής του:

Ο κ. Μητσοτάκης, ο οποίος με δική του απόφαση πέρασε η ΕΥΠ στην άμεση και αποκλειστική δικαιοδοσία του, ο οποίος άλλαξε το θεσμικό πλαίσιο ώστε ο εκλεκτός του κ. Κοντολέων να διοριστεί, οφείλει να δώσει συγκεκριμένες απαντήσεις….

Το πρώτο «ο οποίος» είναι ξεκρέμαστο. Θα μπορούσε να γράψει, ξερωγω, «ο οποίος, με δική του απόφαση, υπήγαγε την ΕΥΠ….» ή «με απόφαση του οποίου η ΕΥΠ πέρασε….». Έτσι δεν στέκει.

Αν ο κ. Ανδρ. έγραφε μπαμπά του γλώσσα, δεν θα υπήρχε πρόβλημα: Ο κ. Μητσοτάκης, που με δική του απόφαση πέρασε η ΕΥΠ….» Και ίσως να το έγραψε έτσι, αλλά μετά να του φάνηκε πολύ λαϊκό (σε αυτόν ή στον επικοινωνιολόγο του) και να είπε να το κάνει… πιο επίσημο.

* Και κάτι το ωραίον από το Φέισμπουκ, ένα «ελληνικό γιατροσόφι» υπέρ του θηλασμού των βρεφών.

Κι εγώ είμαι υπέρ του θηλασμού, αν και ο λόγος πέφτει πρώτιστα στη μητέρα. Ωστόσο, τα επιχειρήματα εδώ προκαλούν όχι μονο θυμηδία αλλά και ανησυχία αφού διάφανη είναι η αντιεμβολιαστική τοποθέτηση.

Όμως να μην το συζητήσουμε στα σοβαρά.

Συμφωνώ λοιπόν με το στάτο. Κι εγώ τάιζα τα παιδιά μου στήθος, όταν ήταν μικρά, διότι το μπούτι δεν το ήθελαν καθόλου.

Όσο για την τρίτη παράγραφο, με τις σκόνες γάλακτος, η πινελιά που απογειώνει το σύνολο ειναι η δύναμη «ενός τρις κιλοτζάουλ», ούτε ένα λιγότερο, με το οποίο τραβάνε οι σατανικές σκόνες την ψυχούλα του μωρού στην άβυσσο.

Πείτε ρε φυσικοί, είναι σωστή η μονάδα; Το τζάουλ δεν εξαρτάται από την απόσταση της μετακίνησης; Θεωρούμε δεδομένη την απόσταση της Κόλασης; Και από πού; Ή έπρεπε να βάλουμε Νιούτον; Πείτε γιατί με αυτά δεν παίζουμε.

* Διαβάζω σε γατοφιλική σελίδα:

Ο Μπλάκι η γάτα, είναι η πιο πλούσια γάτα στην ιστορία του κόσμου. Όταν ο χιουμανιστικός της γονέας Μπεν Ρία, ντίλερ αντίκων πέθανε το 1988 αντί να αφήσει την περιούσία του στην οικογένειά του την κληροδότησε στη τελευταία  ζώσα κληρονόμο από τις 15 γάτες που έμεναν στο πολυτελή του σπίτι.

Το πολυτελή σπίτι το έχουμε ξαναδεί. Ντίλερ αντίκων (αντί: αντικών) όχι, αλλά πιο πολύ με εντυπωσιάζει ο χιουμανιστικός γονέας. Που βέβαια είναι άλλη έκφραση για το αφεντικό της, αλλά χιουμανιστικό δεν είχα δει να το λένε.

* Φίλος στέλνει την εξής φωτογραφία από πλαστικό κυπελλάκι καφετεριας ή ντελιβεράδικου κάπου στη Θεσσαλονίκη.

Εσείς τον καφέ σας πώς τον πίνετε; Γλυλό;

Σιγά το λάθος, θα πείτε -αλλά σκεφτείτε ότι η επιχείρηση θα έχει φτιάξει χιλιάδες τέτοια κυπελλάκια, όλα ολόγλυλα.

Οι Αμερικάνοι σε κάτι τέτοιες περιπτώσεις λένε You had one job, αν και το κυπελλάκι έχει δευτερεύοντα (γι’ αυτό και δεν τα δείχνω, εννοώ τόνοι και τέτοια) λαθάκια και στην πίσω πλευρά, όπου γράφεται η διεύθυνση κτλ. της επιχείρησης.

* Φίλος στέλνει λινκ προς πρόσφατο άρθρο του γνωστού μας Τάκη Θεοδωρόπουλου.

Παραθέτω το τέλος του άρθρου:

Oταν μπήκα στο γυμνάσιο η «λογοτεχνία» αντιμετωπιζόταν ως σχεδόν ανατρεπτική δραστηριότητα. Hταν τα χρόνια της χούντας. Ούτε και θυμάμαι ποια κείμενα μας δίδασκαν τότε. Και δεν μπορώ να πω πως η επαφή με τα κείμενα μέσα στην τάξη ήταν η καλύτερη. Τότε μας ζητούσαν «καλλολογικά» στοιχεία, τώρα ζητούν «τροπική» βεβαιότητα και «επιστημική» βεβαιότητα – ο Θεός να σε φυλάει.

Αναρωτιέμαι μήπως θα ήταν καλύτερο να μη διδάσκεται η λογοτεχνία στο σχολείο. Να αφήναμε τα παιδιά ελεύθερα να την προσεγγίζουν με τον τρόπο τους. Δεν είναι κακή ιδέα. Προκειμένου να τα σπρώχνουμε να την αντιπαθήσουν.

Εγώ πρόσεξα το λαθάκι στο «καλλολογικά» στοιχεία, ο φίλος γράφει: αυτά τα «τροπική» και «επιστημική βεβαιότητα» που αναφέρει, εγώ τα συναντησα ως «δεοντική τροπικότητα» και «επιστημική τροπικότητα».

Όσο για την τελευταία πρόταση, νομίζω πως το «προκειμένου» είναι εντελώς ξεκάρφωτο. Υποθέτω πως ο συγγραφέας θέλει να πει: Καλύτερα αυτό [να μη διδάσκεται καθόλου η λογοτεχνια στα παιδιά], παρά να τα σπρώχνουμε να την αντιπαθήσουν.

* Και πάμε σε άλλον συγγραφέα, τον Χρήστο Χωμενίδη και σε πρόσφατη επιφυλλίδα του στο capital.gr.

Eίναι αρκετά γνωστή η ατάκα του Αριστοφάνη στους Αχαρνείς (ή Αχαρνής, αν προτιμάτε) ότι ο Πελοποννησιακός Πόλεμος έγινε «εκ τριών λαικαστριών» – για τρεις πουτάνες, με το συμπάθειο, το αποδίδει ο Σαββόπουλος.

Τη φράση αυτη τη χρησιμοποιεί και ο συγγραφέας Χρήστος Χωμενίδης στο πρόσφατο άρθρο του. Είναι κρίμα, υπονοεί σαφώς, «για τρεις σκατοπουτάνες» (αν είσαι συγγραφέας, μπορείς να κάνεις ρελάνς στον Αριστοφάνη) να πέσει η κυβέρνηση.

Το περίεργο όμως είναι ότι ο κ. Χωμ. γράφει διαφορετικά την αρχαία λέξη, λαϊκαστριών αντί λαικαστριών, τόσο στον τίτλο όσο και 2-3 φορές στο κυρίως άρθρο.

Θα μπορούσε να θυμάται λάθος το αρχαίο χωρίο (που το παραθέτει), αλλά εικάζω ότι πρόκειται για λογοπαίγνιο, που παραπέμπει στον λαϊκισμό, το δικέφαλο ή τρικέφαλο τέρας που απειλεί να ανατρέψει την… καλύτερη κυβέρνηση όλων των εποχών.

Πώς κάνετε έτσι για πεντέξι παρακολουθήσεις;

Δεν ακούτε τον κ. Χωμενίδη;

* Και αλλο ένα τουριστικό μεζεδάκι, ο κατάλογος εστιατορίου από την ωραία Χίο -κάτι που εξηγεί την επιλογή να μεταφράζεται το μενού όχι μόνο στα αγγλικά αλλά και στα τουρκικά.

Τα τουρκικά δεν μπορώ να τα κρίνω, ίσως ο Δύτης εντοπίσει λαθάκια. Στα αγγλικά όμως προσέχω ότι το κριθαρότο αποδίδεται ourzo pasta cooked with…

Το κριθαράκι στα αγγλικά είναι orzo. Ίσως όμως στη συγκεκριμένη συνταγή ο σεφ να ρίχνει και ούζο, κι έτσι προέκυψε το ourzo.

Και πάμε στις σαλαταλάρ, όπου βλέπουμε ότι οι ελληνικές βερσιόν των πιάτων είναι πολύ πιο γλαφυρές. Και στη μεν χωριάτικη σαλάτα πάει κι έρχεται, αλλά στη σαλάτα «Απόμερο» στην ελληνική περιγραφή υπάρχουν συστατικά που… λογοκρίνονται στην αγγλική (και, απ’όσο μπορώ να κρίνω) στην τουρκική εκδοχή του κειμένου. Πού να ψάχνεις τώρα πώς είναι στα αγγλικά (και στα τουρκικά) η ρόκα και το καπνιστό μανιτάρι, η γύρη μέλισσας και το «καραμελωμένο βαλσάμικο όριμου [sic] σύκου»; Πετάς ένα fig και καθάρισες.

* Φίλος γλωσσολόγος στέλνει λινκ προς άρθρο από το Κουτί της Πανδώρας, στο οποίο διακρίνει λογιολαγνικές τάσεις, παρόλο που συμφωνεί με τον συντάκτη στην ουσία του άρθρου -κι εγώ το ίδιο άλλωστε.

Έχουμε καταρχάς ένα γενικομανές «μετέρχομαι» (μετέρχεται παρακρατικών μεθόδων), έχουμε έπειτα ένα «εξ’ αρχής» με περιττή απόστροφο κι ένα παλιομοδίτικο «ψέμματα», κι έχουμε κι ένα τριπλό:

«το αθλιοδέστατο όλων». Καταρχάς, δεν υπάρχει λέξη «αθλιώδης». Έπειτα, αν υπήρχε θα ήθελε Ω, αθλιωδέστατο. Αλλά, ως απόλυτος υπερθετικός δεν χρειάζεται τη γενική διαιρετικη ως συμπλήρωμα, την οποία θα χρειαζόταν ο σχετικός υπερθετικός: το αθλιωδέστερο όλων.

* Την περασμένη εβδομάδα είχαμε δει ένα μεζεδάκι με μια «πρώην 39χρονη σταρ Ελλάς». Το ξεκάρφωτο «πρώην» ξαναχτυπάει εδώ, σε (οΘντκ) κοσμική στήλη από λαρισινό ιστότοπο.

Μαθαίνουμε λοιπόν ότι η Ηλιάνα Παπαγεωργίου (αγνοώ ποια είναι) κάνει διακοπές στο Πήλιο «με τον πρώην Βολιώτη σύζυγό της».

Υποθέτω ότι εννοεί «με τον Βολιώτη πρώην σύζυγό της».

Αλλά είναι σίγουρο; Πόσοι/πόσες πηγαίνουμε διακοπές με τους/τις πρώην μας;

Μήπως ο άνθρωπος ήταν Βολιώτης και ζήτησε μεταδημότευση; (π.χ. επειδή βγήκε ο Μπέος;). Ποιος μπορεί να μας διαφωτίσει;

* Διαβάζουμε στον Οικονομικό Ταχυδρόμο:

Σε νέο επίπεδο κινούνται οι έλεγχοι της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ). Πλέον των καθημερινών, επιτόπιων επισκέψεων σε καταστήματα σε όλη τη χώρα, για την έκδοση αποδείξεων, πραγματοποιούνται και στοχευμένοι έλεγχοι, που προκύπτουν από τον ειδικό λογάριθμο και λογισμικό της ΑΑΔΕ.

Η ίδια διατύπωση και σε άρθρο της ΕΡΤ.

Φυσικά, πρόκειται για ειδικό αλγόριθμο.

* Τέλος, φίλος στέλνει κριτική της πρόσφατης Αντιγόνης στην Επίδαυρο. Βρίσκει πως η κριτική αποτελεί δείγμα ξερολισμού και πως έχει γλωσσικές υπερβάσεις (π.χ. Χάριν παραδείγματος, αντί «παραδείγματος χάριν») για δημιουργία εντυπώσεων.

Ας πούμε, όταν λέει:

Οι ηθοποιοί δρώντας ως τηλεοπτικοί «αστέρες» αποδυνάμωσαν ακόμα περισσότερο την παράσταση, καθώς δεν κατάφεραν κινησιολογικά τους απαραίτητους επιτονισμούς που απαιτούνται.

Πώς μπορεί να καταφέρει κανείς κινησιολογικά τους επιτονισμούς; Και δεν υπάρχει πλεονασμός στο «απαραίτητους … που απαιτούνται»; Και αν τηρούμε τη διάκριση ως/σαν, δεν πρέπει να γράψουμε ότι οι ηθοποιοί αποδυνάμωσαν την παράσταση δρώντας σαν τηλεοπτικοί αστέρες;

Κι έπειτα, ειθισται όταν γράφεις κριτική για ένα έργο να ξέρεις πώς γράφονται τα πρόσωπα. Ο Αίμμωνας δεν γράφεται έτσι, εκτός αν έχει διασταυρωθεί με τον Άμμωνα. Γράφεται «Αίμονας».

* Σαν να γέμισε η πιατέλα μας. Περισσότερα, το άλλο Σάββατο.

13/08/2022

Νίκος Σαραντάκος

https://sarantakos.wordpress.com/

Ο Νίκος Σαραντάκος γεννήθηκε στο Παλαιό Φάληρο το 1959. Σπούδασε χημικός μηχανικός και αγγλική φιλολογία. Έχει εκδώσει δύο συλλογές διηγημάτων και άλλα βιβλία. Δουλεύει μεταφραστής στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και μοιράζει το χρόνο του ανάμεσα σε Λουξεμβούργο και Ελλάδα. Ενδιαφέρεται για τη φρασεολογία, την ετυμολογία και τη λεξικογραφία καθώς και για την ιστορία της ελληνικής λογοτεχνίας. Συνεργάζεται με εφημερίδες και περιοδικά. Δημοσιεύει τα κείμενά του, γλωσσικά και άλλα, στο ιστολόγιό του sarantakos.wordpress.com/ και στο sarantakos.com. Σε μια άλλη ενσάρκωση, γράφει στα αγγλικά και στα γαλλικά για το μπριτζ (το παιχνίδι).

Τα βιβλία του:
«Για μια πορεία», διηγήματα (1984, β’ έκδ. 1988) εκδ. Σύγχρονη Εποχή
«Μετά την αποψίλωση», διηγήματα (1987, β’ έκδ. 1989) εκδ. Σύγχρονη Εποχή
«Μότσαρτ-Αλληλογραφία» (1991, β’ έκδ. 2001) εκδ. Ερατώ
«Το αλφαβητάρι των ιδιωματικών εκφράσεων» (1997) εκδ. Δίαυλος
«Γλώσσα μετ’ εμποδίων» (2007) εκδ. του Εικοστού Πρώτου
«Οι λέξεις έχουν τη δική τους ιστορία» (2009) εκδ. του Εικοστού Πρώτου
«Λέξεις που χάνονται» (2011) εκδ. Το Βήμα
«Λόγια του αέρα» (2013) εκδ. εκδ. του Εικοστού Πρώτου
«Οπωροφόρες λέξεις» (2013) εκδ. Κλειδάριθμος
«Η γλώσσα έχει κέφια» (2018) εκδ. του Εικοστού Πρώτου
«Μύθοι και πλάνες για την ελληνική γλώσσα» (2019) εκδ. ΕΑΠ
«Το ζορμπαλίκι των ραγιάδων» (2020) εκδ. Του Εικοστού Πρώτου
Έχει κάνει την επιμέλεια στην έκδοση των βιβλίων:
«Συμποσιακά», του Κώστα Βάρναλη,
«Αττικά: 400 χρονογραφήματα (1939-1958) για την Αθήνα και την Αττική», του Κώστα Βάρναλη,
«Τα δεκατρία ντόμινα και άλλες ιστορίες», του Ναπολέοντα Λαπαθιώτη,
«Τι είδα εις την Ρωσσίαν των Σοβιέτ», του Κώστα Βάρναλη,
«Ο μυστηριώδης φίλος και άλλες ιστορίες», του Ναπολέοντα Λαπαθιώτη,
«Γράμματα από το Παρίσι», του Κώστα Βάρναλη,
«Τα μαραμένα μάτια και άλλες ιστορίες», του Ναπολέοντα Λαπαθιώτη,
«Κάπου περνούσε μια φωνή», του Ναπολέοντα Λαπαθιώτη,
«Η νοσταλγία του Γιάννη», του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη,
«Famous Bridge Records», του David Bird,
«Bridge Hands to Make You Laugh…and Cry», του David Bird.

Σύνταξη

Η τέχνη, η επιστήμη, η γλώσσα, ο γραπτός λόγος, η παράδοση, είναι εργαλεία του πολιτισμού, που συμβάλλουν τα μέγιστα για να διαμορφωθεί μια κοινωνία, να θεσπίσει τους κώδικες και την ηθική της, να πλάσει τους όρους δημιουργίας της κοινωνικής συνείδησης, να επεξεργαστεί την αλληλεγγύη της και να φτιάξει έναν κοινωνικό ιστό, που θα διαφυλάσσει και θα προάγει την έννοια άνθρωπος.
Αναγνώσεις:71