Χρόνος ανάγνωσης περίπου:12 λεπτά

Οι σασμοί στην Κρήτη και οι παλιοί συμβιβαστές | του Γεώργιου Χουστουλάκη

Σους παλιούς καλούς καιρούς, οι τοπικές κοινωνίες, μπορεί να είχαν κάπου κάπου και κάποια κακά στοιχεία, είχαν όμως και πολλά άλλα καλά, τα οποία διόρθωναν τρόπον τινά, τα κακώς κείμενα.

Επειδή ο αναλφαβητισμός ήταν σχεδόν καθολικός στα περισσότερα χωριά, ασφαλώς υπήρχαν και κάποια άγρια ένστικτα σε λίγους, ωστόσο κάποιοι κατάφερναν και μέσα στην αγραμματοσύνη τους, να προσπαθούν να διδάξουν καλούς τρόπους στα παιδιά τους, τουλάχιστον να τα κάνουν εκείνα πιο σωστά στην κοινωνία, και πιό πολιτισμένα, από τη δικιά τους γενιά.

Οι ίδιες οι κοινωνίες όμως, εμφάνιζαν και κάποιους συνανθρώπους τους χαρισματικούς, που αναλάμβαναν εκείνοι να μεσολαβήσουν σε τυχόν διαφορές, που αυτές τις πράξεις τους, εμείς στην Κρήτη τις λέμε «σασμούς»!

Καταλάβαιναν πολύ καλά οι άνθρωποι αυτοί, το δίκιο που μπορεί να κατατρώει τα σωθικά του εκδικητή, αλλά όμως και το μέγα λάθος να διαιωνίζεται το κακό από γενιά σε γενιά, και να εξελίσσεται σε χρόνια βεντέτα.

Συμβιβαστές, ήταν οι ίδιοι άνθρωποι που μπορεί να ήταν και μεσίτες, ή διαμεσολαβητές διαφόρων υποθέσεων κλπ.

Το αγαπημένο ρήμα του Κρητικού “σάζω”, σημαίνει διορθώνω, φτιάχνω μια δουλειά. “Τα σάσαμε”, λέει η κοπελιά, και εννοεί πως έφτιαξε μια ερωτική σχέση με το αγόρι της.”Τα σάσαμε” λέγαμε και σαν παιδιά, όταν συμφιλιωνόμαστε με ένα φίλο μας που είχαμε ψυχραθεί!

Ο συμβιβαστής κατόρθωνε κι αυτός «να σάζει τα πράματα», γιατί ήταν χαρισματικός σε αυτό, αλλά και γιατί ήταν και αλτρουιστής, φιλαλλήλης δηλαδή, αλλά παράλληλα και άνθρωπος με ισχυρή προσωπικότητα, με σέβας που ήταν αποδεχτό από όλους!

Πάνω σε ανθρώπινο επίπεδο λοιπόν, και για τις καλές σχέσεις όλων, «δούλευε» ο συμβιβαστής, που μεσολαβούσε ασταμάτητα μέχρι να «σαστεί μια δουλειά», και μάλιστα αφιλοκερδώς!

Άνθρωπος με κύρος, σοβαρός, και προ πάντων εχέμυθος, ο συμβιβαστής, δεν πρόδιδε ποτέ και σε καμία περίπτωση πράγματα και λεπτομέρειες που του εμπιστεύτηκαν, και που δεν έπρεπε σε καμία περίπτωση να μαθευτούν.

Έπρεπε όμως να έχει και ευγλωττία, να είναι ανοιχτό και καθαρό μυαλό, που να παίρνει γρήγορα στροφές. Να είναι ανοιχτομάτης, έμπειρος, και να ξέρει να μιλήσει κατά πως πρέπει, με το ανάλογο ύφος κατά περίπτωση, πότε με το μαλακό, αλλά και πότε όμως και με το άγριο! Για να γίνει όμως αυτό, έπρεπε να είναι και ο ίδιος παλικάρι, και να μπει με τσαμπουκά στην υπόθεση, αν δεν έπαιρναν χαμπάρι με το μαλακό!

Ο ίδιος άνθρωπος λειτουργούσε και σαν διαμεσολαβητής σε κτηματικές διαφορές πριν καταλήξουν στα δικαστήρια, ή αγρονομεία οι δυο αντίδικοι.

Δηλαδή, έστελναν τον μεσολαβητή κάποιοι άλλοι συχωριανοί τους, να μεσολαβήσει για να φτιαχτεί μια δουλειά, σε αδέρφια που τσακωνότανε στη μοιρασιά της περιουσίας κλπ, και του λέγανε για παράδειγμα:

-Πήγαινε μπρέ συ στους τάδε γιατί θα σφαγούνε! Πιάσε τον τάδε τον αδερφό, γιατί διαφωνεί άγρια με τους άλλους, και θα ‘χουνε κακά ξεμπερδέματα!

Σε πολλά περιστατικά που έχουν αναμειχθεί οι μεσολαβητές, σχεδόν σε όλα, «έχουνε σάσει τα πράγματα», και όχι μόνο έχουν καταφέρει να τους μονιάσουν, αλλά να γίνουν και συντεκνιές, κουμπαριές, συμπεθεριά με γάμους, αλλά να γίνουν ακόμα και αδελφοχτοί!

Οι αδελφοχτοί θεωρούνταν αυτοί που ήταν ανώτεροι και από αδέρφια!

Σχίζανε τη παλάμη τους να βγάλει αίμα, και στη συνέχεια «κολάγανε τα χέρια», και έδιναν έναν όρκο, πως για πάντα θα είναι αδερφικοί φίλοι!

Και αυτό φυσικά το τηρούσαν εφ όρου ζωής!

-«Κόλατο!» Είναι η Μεσαρίτικη φράση, που δηλώνει πως ότι πεις δίνοντας το χέρι, αυτό αποδεικνύει και την αξία της τιμής σου σαν άνδρας, που ότι λέει το κάνει!

Οι άνθρωποι που δίνανε τα χέρια για συμβιβασμό, δεν υπήρχε περίπτωση στο μέλλον να επαναληφθεί προστριβή μεταξύ τους!

Αν κατά κάποιο τρόπο σε έναν συμβιβασμό, κάποιος αθετούσε τη συμφωνία, τότε τον γιουχάρανε όλοι οι χωριανοί!

Πράγματι, η τοπική κοινωνία τον απέβαλε από το κοινωνικό σύνολο, και τον έριχνε στο περιθώριο!

Κανείς πλέον δεν τον υπολόγιζε, ούτε στο καφενείο τον κερνούσε κανείς, αλλά ούτε και που του μιλούσε, ούτε καλημέρα δεν του λέγανε!

Μα και τέλειος συμβιβασμός να μην υπάρξει, τουλάχιστον γλίτωναν ένα φονικό ακόμα, αλλά και το ξέσπασμα μιας νέας βεντέτας!

Ο συμβιβαστής πήγαινε αυτοβούλως στον ηλιοκαμένο γεράκο, που του είχαν σκοτώσει τον μοναχογιό του. Το φαρμάκι που πίνει κάθε μέρα, τον έβαλε στα κακά στενά να αγοράσει πιστόλι, για να πάρει το αίμα του πίσω. Με με την εκδίκησή του αυτή νομίζει πως θα ηρεμήσει το μέσα του, ώστε να μην βασανίζεται άλλο πια.

Εδώ τώρα είναι που θα πρέπει να ξέρει τι θα πρέπει να του πει κι αυτηνού ο συμβιβαστής.

-Αστα μπάρμπα, καλύτερα να αφήσεις τα πράματα όπως είναι. Ητανε απλά μια κακή ώρα. Τι φταίει όμως και κειοσάς ο έρμος ο νέος, που πας να ξεβγάλεις; Το σκέφτηκες; Τίποτα! Κι ύστερα ήντα θα κερδίσει θαρρείς; Να σου πω εγώ ήντα θα κερδίσεις. Εσύ είσαι ένας κακορίζικο, κι αυτοί είναι πολλοί. Ντελόγω θά ρθουνε να σε καθαρίσουνε, και σένα και τη κερά σου. Αστα λοιπον γέρο, και έπαδέ να απομείνει το πράμα!

Ετσι πείθανε τον κάθε πικραμένο, να ξεχάσει την εκδίκηση του μια και καλή!

Αν κάποιος έκανε ένα φονικό ή μια άσεμνη πράξη σε μια γυναίκα, όπως προσβολή της τιμής, βιασμό κλπ, οι άνθρωποι του θύματος, αν ήταν πράοι, λογικοί και φιλήσυχοι δεν θα επεδιώξουν την ανάλογη ανταπόδοση στον θύτη, όμως η τοπική κοινωνία θα παρακολουθεί στενά την περαιτέρω ζωή του δράστη. Έτσι αν για παράδειγμα του συβεί μια άτυχη στιγμή στην οικογένειά του, να σκοτωθεί ας πούμε ο γιός του, τότε ο λαός ένοιωθε πως εδώ λειτούργησε η «Θεία Δίκη»!

«Ετιμώρησέ τονε ο Θεός, απάνω στη ζωή του παιδιού του…»! Θα είναι μια φράση που θα πουν όλοι. Εκτος αυτού ο κόσμος είχε τον τρόπο του να βάζει κυρώσεις σε τέτοιους ανθρώπους, αν συνέχιζαν να δημιουργούν νέα θύματα. Αν κάποιος καταφρονέψει μια γυναίκα παντρεμένη ή κοπελιά, εκτός τη δικαστική τιμωρία, θα τον τιμωρήσει και η ίδια η κοινωνία! Δεν πρόκειται να του δώσουν γυναίκα να παντρευτεί αν είναι ελεύθερος! Όλοι πλέον θα τον έχουν σε απόσταση.

Τί όμως ακριβώς έκανε ο μεσολαβητής τότε, και πως αναλάμβανε να «σάσει μια υπόθεση»;

Αν είχε κύρος, ο άνθρωπος αυτός, και ήταν ισχυρή προσωπικότητα, σίγουρα θα είχε και τον ανάλογο σεβασμό, και από τα δύο μέρη που ήταν μαλωμένοι, και δύσκολα θα του έφερναν αντίρρηση.

Έτσι είχε σίγουρο το αποτέλεσμα! Η δουλειά του πολλές φορές άγγιζε τα καθήκοντα δικηγόρου, αφού επενέβαινε σε δικαστικές υποθέσεις, που έπρεπε να πληρωθούν και αποζημιώσεις!

Και εδώ τους έπειθε να πληρώσει τη ζημιά ο θήτης στο θύμα, και στη συνέχεια να τα βρουν και να δώσουν τα χέρια!

Έτσι είχαν να αντιμετωπίσουν και εύκολες αλλά και δύσκολες περιπτώσεις.

Όταν ο Λεωνίδας τα έμπηξε με τη Γρηγόρη για μια πατουχιά χωράφι!

Η «πατουχιά το χωράφι», ήταν συχνή αιτία για καυγάδες από πάντα στα χωριά.

Όμως ποιος θα καταφέρει να φέρει κοντά το Λεωνίδα και το Γρηγόρη, και να τους βάλει να δώσουν τα χέρια;

Στο χωριό όμως, στα καφενεία, στους κοινούς φίλους τους, δεν τους ερχόταν αυτή η όλη κατάσταση!

Δεν το έβλεπαν λογικό, αυτοί οι δύο, που μάλιστα τυχαίνει να είναι και καλοί αθρώποι, να ξανοίγουνε το ίσα πέρα, κάθε φορά όντε σμίγουνε!

-«Εγώ θα τσι μονιταρίσω!», θα πει ο μεσίτης στο βοηθό του! «Ιδια αργά κιόλας»!

«Μονιταρίζω». Όμορφη λέξη για ένα λεβέντη κρητικό!

Από το μεσαίωνα σέρνει η λέξη αυτή, από το «μονιτάρου», που θα πεί «μαζί». Τη μαθαίναμε αυτά και στά ποιήματα του Ερωτόκριτου και της Ερωφίλης.

Οι διό τους λοιπόν, ο Γρηγόρης και ο Λεωνίδας, έχουν τρία χρόνια να μιλήσουν μεταξύ τους!

Ο λόγος όπως είπαμε, γιατί ο Γρηγόρης ισχυρίζεται πως η «πατουχιά το χωράφι» ανήκει σε αυτόν, ο Λεωνίδας όμως το αντίθετο!

Για αυτό ο μεσίτης συμβιβαστής, που θα έχει πάντα και τον ορτάκη (συνεργάτη) για αυτή τη δουλειά, θα πάει ντελόγως να πιάσει τον ένα!

Θα πάει να πιάσει το Λεωνίδα, δήθεν πως το βράδυ είναι και οι διό ντως καλεσμένοι στο σπίτι του τάδε, (του ορτάκη του δηλαδή), που θα βράσει λέει μιαν όρθα γιατί γιορτάζει, και να πάνε να πιούνε ένα κρασί!

Από την άλλη πάλι ο ορτάκης του, θα έχει ήδη πιάσει τον άλλο, τον Γρηγόρη, και θα τον έχει ήδη φέρει από νωρίς στο σπίτι του, να πιούνε ένα κρασί για τον ίδιο λόγο!

Αμέριμνος ο Λεωνίδας με το μεσολαβητή φτάνουν και εκελινοι σιγά σιγά στο σπίτι, και φωνιάζει απ’ αλάργο ο μεσολαβητής το νοικοκύρη: « Ήντα κάνετε»! για να τους ανοίξουν!

Με το: «Καλησπέρα σας!», «Να ‘μαστε και μείς…», βλέπει συγχρόνως ο Λεωνίδας και τα μούτρα του Γρηγόρη, και οι διό τους είναι έτοιμοι να αρπαχτούν!

-Μπρε σκύλε επαέ είσαι και συ! Να λέει ο Λεωνίδας!

-Πχιός διάολος σ’ έπεψε και σένα επαδά…! Ν ΄ανταπαντά ο άλλος!

Ορμά όμως ο μεσολαβητής και αρπά τον ένα το πιο άγριο απ το γιακά, και του λέει:

-Μη κουνηθεί κιανείς σας, γιατί εχαθήκετε!

Κάτσε κάτω και συ! Είστε κι οι διό σας σε ξένο σπίτι είστε, και να το σέβεστε!

Επαέ θα ξεχάσετε εκειανά απού κατέχετε! Δεν ήρθαμε επαδά να τσακωθούμε, το αντίθετο, ήρθαμε απλά να πχιούμε ένα κρασί, και τα πράματα και τα χωράφχια, θα τα αφήσουμε εκειά απού ‘ναι! Είπα και ελάλησα και δε σηκώνω κουβέντα! Μέχρις εδώ, και τόγκα μιτόγκα!

Το “τόγκα μιτόγκα ” ήταν μια φράση από την αργκώ της εποχής, κάτι ανάλογο με το “Είπα και ελάλισα” ή “Να βάλετε κι οι δυο σας τη μύτη σας στο κλανιά σας και βγάλετε το σκασμό”

Αφού λοιπόν, έστω και με το ζόρε τους βάλουν να κάτσουν και οι δυό κάτω, και να πιούν όλοι μαζί ένα κρασί, έστω και με το ζόρι κι αυτό, θα λύσουν επιτόπου τις τυχόν διαφορές! Θα τους βάλουν τελικά οπωσδήποτε να δώσουν στο τέλος τα χέρια, αλλιώς δεν θα φύγουν από εκεί μέσα! Το κρασί θα παίξει βέβαια και το δικό του ρόλο εδώ!

-Μα για μια πατουχια χωράφι βρέ αθεόφοβοι; Μα για το στανιό σας και των ιδιωνώ, κάνετε σα τα κοπέλια; Που ξανακούστηκε; Ντροπιάζετε και τη Κρήτη ολάκερη, γιατί ούλα αυτανά, γρηκούντε και παρά όξω!

Δες κατέχετε ως φαίνεται την παλιά ιστορία! Να σας την ε πω εγω τότε, και γρηκάτε καλά και οι δυό σας!

Δε κατέχετε, πως τα ίδια με σας έκανε και ένα άλλος Λεωνίδας με το γείτονά του ένα φεγγάρι, και αρπαχτήκανε να σκοτωθούνε ίδια απάνω στο χωράφι;

Απάνω στο καυγά όπως μαλώνανε, γρηκούνε κι οι διό ντως μια φωνή από το χωράφι, να λέει:

-Μόνο 45 Λεωνίδηδες έχουνε περάσει από τα που παλεύετε οι δυο σας, και κιανείς δε κατάφερε να με πάρει μαζί του εκειά που πήγε, και θα με πάρετε εσείς;

Το δίδαγμα βέβαια από το παράδειγμα που ανέφερε ο μεσίτης, δεν αφήνει άλλα περιθώρια από να μαλακώσουν οι διαφωνούντες, και να πέσουν κι άλλο οι τόνοι. Έτσι όλη η βραδιά θα πάει με καλαμπούρια, πίνοντας και τρώγοντας!

Πολλές φορές βέβαια μπορεί κατά βάθος, και να το ήθελαν οι δυο τσακωμένοι, είτε γιατί έχει περάσει καιρός, είτε γιατί τυγχάνει μα μην έχουν πια διαφορές, αλλά από σκέτο εγωισμό δεν μιλάγανε. Δεν είχαν όμως οι ίδιοι το θάρρος να μιληθούνε.

Μεσαρίτες συμβιβαστές

Σε Γαλιά και Βορίζα, τα οποία ήταν κατεξοχήν χωριά με πολλούς οξύθυμους ανθρώπους, είχαμε παράλληλα και σπουδαίους συμβιβαστές από τα παλιά χρόνια.

Ο Ψαρογιώργης (Καργάκης Γεώργιος), ήταν ένας από τους παλιούς Βορζανούς που έσαζε σε όλη τη ζωή του καταστάσεις.

Ήταν από τους πρώτους αντάρτες του Πετρακογιώργη, έκανε πρόεδρος του χωριού, ήταν έξυπνος, νοικοκύρης, και ότι αναλάμβανε το έφερνε εις πέρας, γιατί τύγχανε καθολικού σεβασμού των κατοίκων!

Ο Τσιλεκοδιονύσης και αυτός ή Διονύσης Φραγκιαδάκης, ετύγχανε και αυτός καθολικής αποδοχής. Σοβαρός, και οι πάντες τον ακούγανε!

Aσφαλώς, μέγας συμβιβαστής υπήρξε σε όλη τη ζωή του και ο παπά Αρμούτης (1866 -1964), στον οποίο αναφερθήκαμε τελευταία.

Από τη Γαλιά ο Αντρεογιώργης, του Αντρέα Νικολούδη ο πατέρας, ο Διονυσόκωστας, αλλά επίσης σπουδαίος παλιός συμβιβαστής μας λένε οι πολλοί, ήταν και ο γνωστός λυράρης ο Λευτέρης ο Γαλιανός!

Είναι πολλοί σίγουρα και μπορεί να αδικήσουμε κάποιους, όμως δεν θα πρέπει να παραλείψουμε, πως ένας καταξιωμένος μεσίτης υποθέσεων, από τα Βορίζα, ήταν ο άνθρωπος, που είχε κάνει δεκάδες δύσκολους συμβιβασμούς στα Βορίζα, και τρείς συμβιβασμούς στη Γαλιά!

Είχε αμέτρητες εμπειρίες στη ζωή του, γιατί έκανε χρόνια πρόεδρος του χωριού, και υπήρξε καπετάνιος της πάνω ρίζας, αλλά παράλληλα είχε και καλλιτεχνική φλέβα!

Ευαίσθητος στις ανθρώπινες σχέσεις του, κοινωνικός, τίμιος με ισχυρή προσωπικότητα, είχε συναλλαχτεί με πολύ κόσμο!

Δεν είναι άλλος από τον γνωστό μας Μακαρήτη πλέον, Στάθη Στιβαχτάκη η γνωστός σαν «Σωμαροστάθης»!

Ο ίδιος θα μου πεί μια μέρα:

-Έχω κάνει μεσητιλικι σε σκοτωμούς, σε ξυλιές, σε κλεψες, χτηματικές διαφορές, και ούλοι ντως ετρέχανε στα δικαστήρια να βρούνε το δίκιο τους! Και ούλα ακυρωθήκανε!

Πρίχου γενεί η δικάσιμη, επήγαινα εγώ και μιλούσα στους δικηγόρους, «ετσέ και τσέ, και τα βρήκανε οι αντίδικοι, δεν έχουνε μπλιό διαφορές και απαιτήσεις μεταξύ τους»!

Υπογράφανε, και δεν γινόταν καν δίκη!

Έχω κάνει τρείς συμβιβασμούς μόνο στη Γαλιά με το Φραγκιδομανώλη και το Διονυσόκωστα.

Στα Βορίζα έχω κάνει πάνω από είκοσι συμβιβασμούς!

Τον ρώτησα για το τι γίνεται σήμερα με τους συμβιβαστές σήμερα, και αν υπάρχουν καν.

-Σήμερο μόνο γάργαλα βάνουνε, και κάνουνε χάζι στσι διαφορές των άλλω!

Κιανείς δεν ενδιαφέρεται μπλιό για τον άλλο! Οι κοινωνίες εχαλάσανε!

Πραγματικά, και ποιος διαφωνεί με αυτό το σκεπτικό του Σωμαροστάθη!

Οι κοινωνίες έχουν αλλάξει νοοτροπία.

Ο γιος του Σωμαροστάθη ο Σταύρος, όπως μου είπε, έχει από παλιά μεγάλο μεράκι κι αυτός με τους συμβιβασμούς.

Έχει μεγάλο σέβας από τους συγχωριανούς του, και συνεχίζει τη ρότα του πατέρα του σήμερα, και κάνει κι αυτός συμβιβασμούς στα Βορίζα.

Είναι αυτό που λένε η εξαίρεση επιβεβαιώνει το κανόνα!

Είχαμε και γυναίκες συμβιβάστριες!

Πράγματι, δεν είναι ψέμα, πως και γυναίκες υπήρξαν εξ ίσου χαρισματικές, που κατόρθωναν και έφτιαχναν μια δουλειά, εξ ίσου καλά με τους άνδρες!

Και αυτό γιατί ήταν χαρισματικές, αυξημένης αντίληψης, με εξαιρετική κρίση!

Μια τέτοια γυναίκα, θα ήταν παράλειψη αν δεν την αναφέραμε, αφού είχε κάνει όσο ζούσε δεκάδες σασμούς!

Αυτή ήταν η γνωστή Μαραγκομύραινα (Μαρία Μαραγκάκη) από τη Γαλιά.

Οι παλιοί θυμούνται ακόμα και τις περιπτώσεις λεπτομερώς, που είχε μπει στη μέση, ή την έβαζαν άλλοι να μεσολαβήσει!

Πάντα είχε επιτυχία, σε ότι καταπιανόταν στη ζωή της, αφού είχε τη φήμη της πρώτης νοικοκυράς! Τη συμβουλευόταν πολλές γυναίκες γενικά για διάφορα θέματα.

Ε να μη ξέρει και να «νοικοκυρέψει» και μια υπόθεση;

Σασμός: Ένα μεγαλείο ψυχής στη Κρήτη!

Ο «σασμός» λοιπόν πού από χιλιάδες χρόνια έχει τον πρώτο λόγο σε ολόκληρη την Κρήτη, δείχνει ακόμα μια φορά το μεγαλείο ενός λαού!

Δείχνει το φιλότιμο, την αρχοντιά των ανθρώπων που τους έκανε να ξεχωρίζουν από όλους τους υπόλοιπους Έλληνες.

Είναι κρίμα που χάθηκε στην εποχή μας, αλλά δυστυχώς όλα τα παρέσυρε η δύνη που ξεκίνησε από τα «μεγάλα κεφάλια», και απλά με τα σύγχρονα ηλεκτρονικά μέσα αυτό γίνεται άμεσα γνωστό σε όλους !

Έτσι, εφ’ όσον η ρεμούλα έχει μπει στο σπίτι μας, μέσω τηλεόρασης και υπολογιστή, γίνεται πλέον τρόπος ζωής, τι να σου κάνει πλέον και ένας απλός άνθρωπος;

Εκεί κάπου ξεθωριάσανε και οι αρετές!

Σχεδόν έχουν ξεχαστεί οι συμβιβαστές σήμερα, γιατί ουδείς πλέον ασχολείται «πέραν απ’ τη πάρτε του», όπως μας είπε και ο σωμαροστάθης!

Σήμερα ελάχιστοι έχουν απομείνει σε όλη την Κρήτη που αποσκοπούν στο σασμό, σκόμη και σε μικρουποθέσεις.

Βλέπουν οι κοινοί φίλοι, πως δυο από τους φίλους τους δεν μιλιώταναι για ασήμαντη αφορμή, και κανείς τους δεν διανογάται να κάνει κάτι έστω και το παραμικρό.

Το πιθανότερο είναι να τους βάλουν περισσότερες φυτιλιές!

.

Κείμενο φωτογραφίες:

Γεώργιος Χουστουλάκης

 

Σύνταξη

Η τέχνη, η επιστήμη, η γλώσσα, ο γραπτός λόγος, η παράδοση, είναι εργαλεία του πολιτισμού, που συμβάλλουν τα μέγιστα για να διαμορφωθεί μια κοινωνία, να θεσπίσει τους κώδικες και την ηθική της, να πλάσει τους όρους δημιουργίας της κοινωνικής συνείδησης, να επεξεργαστεί την αλληλεγγύη της και να φτιάξει έναν κοινωνικό ιστό, που θα διαφυλάσσει και θα προάγει την έννοια άνθρωπος.
Αναγνώσεις:70