Χρόνος ανάγνωσης περίπου:3 λεπτά

Το χοχλιδοεγκεφαλικό και τα ανάπλαγα, της Ιφιγένειας Μανουρά

Αποβραδίς έπεσε μια σιγανή, δροσιστική και υπέροχη βροχούλα. Δεδομένη η έξοδος των χοχλιών. Δεν μπορούσα όμως να πάω αφού ήδη είχε νυχτώσει. Εσκέφτηκα να πάρω ένα γκαλό φακό που έχω στο αυτοκίνητο και να πάω προς συλλογή ντονε. Μετά πάλι λογικά σκεπτόμενη έκατσα στα αυγά μου, μη πα να κακοπέσω πουθενά και δε γκουστεί ούτε η φανιά μου. Επήγα και έθεκα, αλλά εκόλλησε το μυαλό μου στσοι χοχλιούς και δεν έκλεισα αμάτι όλη τη νύχτα. Τη νώρα που εποδιαφώτησε εσηκώθηκα γερά- γερά, επήρα μαζί μου ένα γουβαδάκι, κιαμιά κοσαριά σακούλες και σαν τη ντρεζή- ίντα το’θελα το σαν- έφυγα και επήγα σε ένα ντόπο που το λέμε «Στσοι Ανεμομύλους». Αγαπώ πολύ αυτό το μέρος γιατί από μικρό κοπέλι έχω μοναδικές αναμνήσεις με αγαπημένους μου ανθρώπους. Υπέροχο πρωινό με θέα όλα τα χωριά του Μαλεβιζιού, στο βάθος το Ηράκλειο και η θάλασσα, με το κακάρισμα τση πέρδικας, το τραγουδιστό κελάρισμα του ρυακιού, το βέλασμα αρνιών και προβάτων, μια υπέροχη ανατολή ηλίου με όλα τα χρώματα που υπάρχουν, ένα χωράφι με ολοκόκκικινες παπαρούνες, άλλα με μαργαρίτες και ένα αεράκι ολοδρόσερο, ανακουφιστικό και αναζωογονητικό.

Εύρηκα ωραίους χοχλιούς, χοντρούς, άσπρους και προ πάντων καθαρούς αφού ήταν βουνίσιοι, και τόσουσάς πολλούς που για να είμαι εγώ ευχαριστημένη θα πει πως εσέρνουντόνε ωσά ντα χώματα. Αφού δεν άντεχε πια η σπονδυλική μου στήλη τσι επικύψεις και τσι ανατάσεις, αναμάζοξα από διάφορα σημεία τσι σακούλες με τα πολύτιμα ευρήματα, για να γιαγύρω στο χωριό. Όμως ήμουν τόσο κουρασμένη που σερνόμουνα και στο μεταξύ το υπέροχο τοπίο να με προκαλεί τόσο, που έκατσα κάτω από μια ανθισμένη αγριοαχλάδια και χαλάρωσα τόσο πολύ που αποκοιμήθηκα. Με ξύπνησε ο Καλαθάς με το «Άνοιξη μπαίνει στο χωριό» που το είχε βάλει το τέκνον στο κινητό, που είχε έρθει να με γυρεύγει φοβούμενος ότι έπαθα πράμα τοσεσάς ώρες που έλειπα. Τσοι χοχλιούς τσοι πήρα στη χώρα τσοι σάκασα και σε μερικές μέρες βγάζοντάς τσοι από τα τσιγκάκια που τσοι ‘χα έρχεται το τέκνον.

-Μα ίντα είναι ετανά τα μιαρά;

-Ποια μιαρά βρε Αλέξη, χοχλιοί είναι, δεν τσοι θωρείς;

-Θωρώ τσοι Μα, έτσα το’πα, κίντα θα τσοι κάμεις;

-Θα τσοι καθαρίσω να τσοι φυλάξω στο γκαταψύχτη.

-Αζωντανούς;

– Γροίκα παέ αζωντανούς!! Θα τσοι βράσω πρώτα, μόνο βάλε νερό στο βραστήρα.

-Μα ίντα λες κια, θα τσοι βράσεις;

-Ε ναι, πώς αλλιώς;

-Δε το πιστεύγω ετονά που γροικώ, είναι πολύ βάρβαρο. Εγώ δε συμμετέχω στο έγκλημα. -Αλέξη παντονιαρέ με ορνική μου που θα μου δημιουργήσεις εδά τύψεις και για τσοι χοχλιούς και δε με φτάνουνε οι άλλες απούχω.

-Εγώ μάνα εθάρρουνε πως ήσουνα ευαίστητη μα εσύ…. Ξανοίξετε παέ ένα κοπέλι που θα με κάνει να λυπηθώ εδά και τσοι χοχλιούς. Ένα ναέρα ήθελα να ντακάρω να αναστουλουχώ.

-Αλέξη, δε μου λες, όντε τσοι φας, αζωντανούς θα τσοι φας;

-Άσε με βρε μάνα, εδά θες εσύ να μου δημιουργήσεις τύψεις.

Στο μεταξύ έχει βράσει το νερό και σαν άκαρδη εντελώς, το έβαλα στη γκατσαρόλα που είχα τσοι χοχλιούς, αφού στο μεταξύ για να μην με παρεμποδίζει στο έργο μου, είχα πέψει το τέκνον να φέρει δοχεία. Δε νεπρόλαβα όμως και να το και φτάνει.

-Μα, εψοφήσανε οι μαύροι; Ξανοίγει και θωρεί ένα χοχλιό ακόμα αζωντανό, που επολέμα να το σκάσει.

-Αλέξη λέω να τονέ φήσω ετονά να ζήσει, είδες με πόση επιμονή επάλεψε να επιβιώσει , πιστεύγω ότι το αξίζει.

-Μα, ξαναβάλε τονε μέσα να ψοφήσει και αυτός, γιατί με τοσηνά θερμοκρασία που επήρε, θα νέχει πάθει χοχλιδοεγκεφαλικό, οπότε απάλλαξέ τονε από τα βάσανά ντου.

Σε κάμποσες μέρες πάλι εύρηκα μερικούς χοχλιούς και αυτή τη φορά διημείφθη ο παρακάτω διάλογος.

– Μα, φαντάζομαι ότι κέτοινά οι χοχλιοί την ίδια μοίρα θα νέχουνε με τσοι προηγούμενους. -Ναι, την εφταϊδιωμένη.

-Λέω να τσοι βάλεις στη γκατσαρόλα με κρυγιό νερό να ψοφήσουνε, πάρα να τσοι ζεματήσεις πάλι. Εσκέφτηκα και γω ίμπα νείναι τσα καλιά και έχει δίκιο το κοπέλι. Τσοι ’βαλα στην γκατσαρόλα με κρυγιό νερό, έβαλα από πάνω το καπάκι και επήγα στο γκαναπέ να ριμαδοξεραθώ μιαουλιά. Πού τέτοια τύχη!!Σε λιγότερο από μια ώρα γροικώ φωνές.

-Μάνα γλάκα να δεις παέ ίντα γίνεται!!

Εσκέφτηκα ότι επιάσαμε φωθιά και επροσπάθουνα να σηκωθώ, αλλά λόγω τού ότι χρειάζεται μια σχετική προεργασία για να σταθώ στα πόδια μου, εκαθυστέρουνα.

-Γλάκα Μα παέ γλάκα, γιατί επιάσανε τα ανάπλαγα οι χοχλιοί. Εξαναπήγα και έθεκα παρά τις παραινέσεις του για βοήθεια και τις ευθύνες που με επέρριψε ότι εγώ έφταιγα, γιατί δεν έβαλα καλά το πούμα και εφύγανε οι χοχλιοί. Και νάτοδε δα απάνω στη σκάλα να αναμαζώνει τσοι χοχλιούς από τσι τοίχους, τα ντολάπια και την οροφή τση κουζίνας. Καλά να πάθει άλλη φορά να μην έχει τέτοιες φαεινές ιδέες.

Ιφιγένεια Μανουρά

.

Σύνταξη

Η τέχνη, η επιστήμη, η γλώσσα, ο γραπτός λόγος, η παράδοση, είναι εργαλεία του πολιτισμού, που συμβάλλουν τα μέγιστα για να διαμορφωθεί μια κοινωνία, να θεσπίσει τους κώδικες και την ηθική της, να πλάσει τους όρους δημιουργίας της κοινωνικής συνείδησης, να επεξεργαστεί την αλληλεγγύη της και να φτιάξει έναν κοινωνικό ιστό, που θα διαφυλάσσει και θα προάγει την έννοια άνθρωπος.
Αναγνώσεις:84