Χρόνος ανάγνωσης περίπου:35 λεπτά

Νίκος Καζαντζάκης, Ο αντρειωμένος της λευτεριάς!

Η δίψα και η αγωνία του μεγάλου Κρητικού να προσεγγίσει την απόλυτη ελευθερία, το θεό και τον άνθρωπο

Τιμάμε την αναζήτηση και την αγωνία του Κρητικού, που το μήνυμά του είναι πανανθρώπινο και πάντα επίκαιρο. Μια μικρή αναφορά με την ευκαιρία της γέννησής του.

Ο Νίκος Καζαντζάκης γεννήθηκε σαν σήμερα στο Ηράκλειο Κρήτης το 1883 και πέθανε στο Φράιμπουργκ (Freiburg) της Γερμανίας το 1957. Οι δύο μεγάλοι που επηρέασαν το έργο του, αλλά και τη ζωή του, ήταν ο Φρίντριχ Νίτσε (Friedrich Wilhelm Nietzsche) και Ανρί Μπερξόν (Henri-Louis Bergson). Διδάχτηκε πολλά, τα αφομοίωσε, αλλά θέλησε να κάνει μια δική του μεταφυσική κοσμοθεωρία. Μια δική του ηθική, μια δική του φιλοσοφία, ένα δικό του όραμα. Το όραμα τού αγωνιζόμενου Θεού που συναντάμε στην «Ασκητική» δεν είναι άλλο από τη «ζωική ορμή» της «δημιουργικής εξέλιξης» του Μπερξόν. Υπήρξε, άραγε, ο Καζαντζάκης εφευρέτης ιδεών ή τις συνέλεξε από επιφανείς δασκάλους του καιρού του και μυσταγωγούς του παρελθόντος;

Όπως και να είναι, η μυθιστορηματική παραγωγή του Καζαντζάκη προκάλεσε πολλές αντιδράσεις και συσσώρευσε εσφαλμένες κρίσεις για το πρόσωπό του. Από τη μια (…) κατηγορήθηκε ως αριστερός και από την άλλη, η Ορθόδοξη αλλά και η Καθολική Εκκλησία αποφάσισαν να τον διώξουν. Το 1957 επισκέπτεται με τη δεύτερη γυναίκα του Ελένη, την Κίνα. Εκεί αναγκάζεται να εμβολιαστεί στην Καντώνα, κι ενώ, κατευθύνεται προς την Κοπεγχάγη το εμβόλιο κακοφόρμισε. Έπαθε γάγγραινα στο δεξί του χέρι. Μεταφέρθηκε στο Φράιμπουργκ της Γερμανίας και νοσηλεύτηκε στην Πανεπιστημιακή Κλινική. Η λευχαιμία που τον είχε προσβάλει λίγα χρόνια πριν, είχε αδυνατίσει τον οργανισμό του. Έσβησε στις 26.10.57. Ο Νίκος Καζαντζάκης, ως συγγραφέας, αξιώθηκε παγκόσμια αναγνώριση και προτάθηκε από την Εταιρία Ελλήνων Λογοτεχνών το 1946 για το βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας μαζί με το Άγγελο Σικελιανό. Το έργο του μεταφράστηκε σε πολλές ξένες γλώσσες και πολλά από τα μυθιστορήματά του έγιναν επιτυχημένες κινηματογραφικές ταινίες ή διασκευάστηκαν σε θεατρικά έργα.

Η προσφορά του στη νεοελληνική λογοτεχνία και γλώσσα είναι αδιαμφισβήτητη. Ωστόσο, όντας δύσκολο ακόμη και να ενταχθεί το έργο του – όπως σημειώνει ο Λίνος Πολίτης – στα σύγχρονά του λογοτεχνικά και ποιητικά ρεύματα, «κάθεται» επάξια στο «θρόνο» της μοναδικότητας, κερδίζοντας ταυτόχρονα τη διαχρονική του εμβέλεια και ακτινοβολία. Δηλαδή, το πιο απαιτητικό «κριτήριο» της ποιότητας του καλλιτεχνικού δημιουργήματος.

Η πρώτη επανάσταση ενάντια στους Τούρκους το 1889 θα αποτύχει και η οικογένεια Καζαντζάκη θα καταφύγει για ένα εξάμηνο στην Ελλάδα. Το 1897, όμως, η επανάσταση θα πετύχει, αλλά, μέχρι να ολοκληρωθεί η απελευθέρωση, ο Νίκος θα σταλεί στη Νάξο, όπου θα φοιτήσει σε ένα σχολείο Φραγκισκανών μοναχών, μαθαίνοντας και γαλλικά. Το γυμνάσιο το τελειώνει στο Ηράκλειο και από το 1902-1906 σπουδάζει Νομικά στην Αθήνα. Λίγο πριν το πτυχίο του, το 1906, δημοσιεύει το δοκίμιο «H Αρρώστια του Αιώνος» και το μυθιστόρημα «Όφις και Κρίνο» και γράφει το δράμα «Ξημερώνει», το οποίο θα βραβευθεί και θα παιχθεί τον επόμενο χρόνο στην Αθήνα, κάνοντάς τον γνωστό, αλλά και προκαλώντας τις πρώτες συζητήσεις γύρω από το έργο του, που, μερικές δεκαετίες αργότερα, θα έπαιρναν τη μορφή «χιονοστιβάδας».

Την ίδια χρονιά, θα φύγει για μεταπτυχιακά στο Παρίσι, όπου θα παρακολουθήσει διαλέξεις του φιλοσόφου Ανρί Μπερξόν, θα αρχίσει τη μελέτη του Νίτσε και θα ολοκληρώσει το μυθιστόρημα «Σπασμένες ψυχές». Ο τρόπος που προσλαμβάνει τη νιτσεϊκή φιλοσοφία είναι ενδεικτικός για τον τρόπο που δομείται συνολικά η σκέψη του. Ο Νίτσε, «ο μεγαλομάρτυρας πατέρας του υπερανθρώπου» (όπως τον χαρακτήριζε), αν και τον επηρεάζει σημαντικά, αργότερα θα φανεί πως δεν αποτελεί, παρά ένα από τα συστατικά της ατομικής του φιλοσοφίας. Τα υπόλοιπα και ισότιμα με αυτό, είναι ο Χριστός, ο Βούδας και ο Λένιν. Δεδομένου και του γεγονότος, ότι ο Καζαντζάκης προσδίδει στις λέξεις και δικές του ερμηνείες, κατά τον ίδιο τρόπο που ερμηνεύει με καθαρά προσωπικό τρόπο αυτά τα τέσσερα ονόματα που τον επηρέασαν βαθύτατα, είναι πολύ δύσκολο να αποφανθεί κάποιος για την ιδεολογία του, τουλάχιστον με όρους στατιστικής ταξινόμησης… Χαρακτηριστικό παράδειγμα, που ενισχύει αυτή τη διαπίστωση, είναι το παρακάτω απόσπασμα μιας επιστολής του στην πρώτη του σύζυγο, την Γαλάτεια, από τη Γερμανία, στις αρχές της δεκαετίας του ’20: «Δε χάνομαι σε μεταφυσικές και θεωρίες. Η μεταφυσική μου είναι ένα εργαλείο, ένα αλέτρι για τη γης ετούτη. Ένα όπλο για τον αγώνα το σύχρονο. Θέ μου πώς να μπορέσω να διατυπόσω καλά το τί έχω μέσα μου, για να με νιόσεις και να μη με παραξηγείς πια. Φταίω εγώ. Όταν μιλώ για τα θέματα τούτα που μου τρων τα σωθικά μου, στοχάζομαι με πηδήματα, θεωρώ γνωστά πολλά Άγνωστα, καίγομαι, δεν έχω υπομονή, να μιλήσω με ησυχία».

Πάνω στον «πυρετό» του σοσιαλιστικού ενθουσιασμού του, θα εντάξει, με τον υπέροχο ποιητικό τρόπο, την εργατική τάξη, στον ιδιότυπο, καθαρά προσωπικό του «μεσσιανισμό». Σε γράμμα του προς τη Γαλάτεια από τη Γερμανία, γράφει: «Το νέο πρόσωπο του Θεού μου, όπως συχνά Σού ’γραψα, είναι ένας αργάτης που πεινάει, δουλέβει κ’ εξανίσταται. Ένας αργάτης που μυρίζει καπνό και κρασί, σκοτεινός, δυνατός, όλος επιθυμίες και δίψα εκδίκησης. Είναι σαν τους παλιούς ανατολίτες αρχηγούς με προβιές στα πόδια, με διπλό τσεκούρι στη δερματένια ζώνη, ένας Τσιγκισχάνος, που οδηγάει καινούργιες ράτσες που πεινούν και γκρεμίζει τα παλάτια και τα κελάρια των χορτασμένων κι αρπάζει τα χαρέμια των ανίκανων. Είναι σκληρός ο Θεός μου, όλος πάθος και θέληση, χωρίς συβιβασμούς, ανένδοτος. Η Γης τούτη είναι το χωράφι του, ουρανός και Γης είναι ένα».

Κατάφερε να δημιουργήσει ένα πρωτότυπο λογοτεχνικό «σύμπαν», τόσο υφολογικά, όσο και σε σχέση με την ιδεολογική του βάση. Με όλο του το έργο και κυρίως με την «Ασκητική» του, έχει αποδώσει με τη μορφή φιλοσοφικού – ποιητικού «μανιφέστου» τις απόψεις του. Το καλοκαίρι του 1922 στη Bιέννη, ο Καζαντζάκης ξεκινά τη σύνθεση της «Ασκητικής». Το έργο τελειώνει στο Bερολίνο περίπου στις αρχές του 1923. Στη μορφή αυτή δημοσιεύεται στο περιοδικό «Αναγέννηση» του Δημ. Γληνού. Το 1928, ο συγγραφέας επεξεργάζεται εκ νέου το κείμενο και προσθέτει ένα τελευταίο κεφάλαιο με τίτλο «Σιγή». Ακολούθησαν κι άλλες επεξεργασίες μέχρι το 1944, οπότε γράφει στον Πρεβελάκη ότι τη θεωρεί πλέον οριστικά διορθωμένη. Το έργο προκάλεσε αρκετές αρνητικές αντιδράσεις και ζητήθηκε η δίωξη του Καζαντζάκη για αθεϊσμό. Η δίκη ορίστηκε για τις 10 Ιούνη 1930, αλλά δεν έγινε ποτέ.

«Το 1924 – ’25», γράφει η Σοφία Αδαμίδου, «ο Καζαντζάκης αναλαμβάνει παράνομη πολιτική δράση στο Ηράκλειο, ως πνευματικός ηγέτης μιας κομμουνιστικής ομάδας δυσαρεστημένων προσφύγων και παλαίμαχων της Μικρασιατικής Εκστρατείας. Εξαιτίας της ανάμειξής του, συλλαμβάνεται από τις αστυνομικές αρχές της πόλης και κρατείται για ένα εικοσιτετράωρο. Στη συνέχεια, υποβάλλει στην Ανακριτική Αρχή Ηρακλείου ένα υπόμνημα, όπου συνοψίζει τις πολιτικές του πεποιθήσεις. Το κείμενο δημοσιεύεται στη Νέα Εφημερίδα Ηρακλείου, με τίτλο «Ομολογία Πίστεως» (16.2.1925).»

Από το 1925 έως το 1929, ταξιδεύει στην ΕΣΣΔ, τη δεύτερη φορά με πρόσκληση της κυβέρνησης για τα δεκάχρονα της Οκτωβριανής Επανάστασης. Εκεί θα γνωρίσει τον Μπαρμύς (Henri Barbusse), τον Ιστράτι (Panait Istrati) και τον Γκόρκι (Макси́м Го́рький – λογοτεχνικό ψευδώνυμο του Алексе́й Макси́мович Пешко́в, γνωστός και ως Алексе́й Макси́мович Го́рький). Με τον Ιστράτι θα ταξιδέψουν στη χώρα των Σοβιέτ. Ο Καζαντζάκης θα φέρει τον Ιστράτι στην Αθήνα για να τον γνωρίσει στο ελληνικό κοινό. Στις 11 Γενάρη του 1928, ο Καζαντζάκης και ο Ιστράτι θα μιλήσουν σε μια μεγάλη συγκέντρωση στο θέατρο «Αλάμπρα» υπέρ της ΕΣΣΔ. Οι ομιλίες προκαλούν διαδήλωση και ο Καζαντζάκης με τον Γληνό απειλούνται με μήνυση ως διοργανωτές. Ο δε Ιστράτι απειλείται με απέλαση. Τα ταξίδια στη Ρωσία εκδόθηκαν σε δύο τόμους.

Ακολουθεί και πάλι η Γαλλία, η Ισπανία (όπου κάλυψε δημοσιογραφικά τον εμφύλιο ως ανταποκριτής της «Καθημερινής»), η Ιαπωνία, η Κίνα και η Αγγλία, όπου τον βρίσκει ο πόλεμος. Τη Γερμανική Κατοχή θα την περάσει στην Αίγινα και με την απελευθέρωση θα επιχειρήσει τη δημιουργία μιας σοσιαλιστικής ομάδας.

Αν στην Ελλάδα ο Καζαντζάκης δεν καταφέρνει να εκλεγεί ακαδημαϊκός, στο εξωτερικό η φήμη του εξαπλώνεται ραγδαία την τελευταία δεκαετία της ζωής του. Οι μεταφράσεις των έργων του σε ευρωπαϊκές και μη γλώσσες πυκνώνουν, δράματά του μεταδίδονται από ευρωπαϊκούς ραδιοφωνικούς σταθμούς ή ανεβαίνουν σε ευρωπαϊκά θέατρα, ο Ζορμπάς παίρνει το βραβείο του καλύτερου ξένου μυθιστορήματος στη Γαλλία (1954), ο Στάνφορντ (Stanford) αφιερώνει στην Οδύσσεια ένα κεφάλαιο του βιβλίου του για το θέμα του Οδυσσέα. Επίσης, ο Ζυλλ Ντασσέν (Jules Dassin) μεταφέρει στον κινηματογράφο το «ο Χριστός Ξανασταυρώνεται» και η ταινία προβάλλεται με επιτυχία στο φεστιβάλ των Κανών (1957), αλλά δε θα του δοθεί ποτέ το Νόμπελ, παρά το γεγονός ότι προτάθηκε από την Εταιρεία Ελλήνων Λογοτεχνών το 1946.

Ξεχωριστός

«Ξεχωριστός» και «ιδιόρρυθμος», σύμφωνα με τον Πολίτη, ένας ετεροχρονισμένος «εκπρόσωπος» της Κρητικής Αναγέννησης θα μπορούσε να πει κάποιος – με την έννοια της παγκοσμιότητας που κερδίζει η κρητική αισθητική ματιά της εποχής, μέσα από το έργο καλλιτεχνών, όπως ο Θεοτοκόπουλος, ο Καζαντζάκης, «πνεύμα ανήσυχο… και διψασμένος για την κάθε είδους γνώση», θα διατρέξει και θα κατακτήσει ως «κομήτης» τις καλλιτεχνικές, αισθητικές και φιλοσοφικές αναζητήσεις της εποχής του, δημιουργώντας το δικό του, αντίστοιχα, καλλιτεχνικό, αισθητικό και φιλοσοφικό σύμπαν, το οποίο, αν και φαινομενικά γεμάτο αντιφάσεις και αντιθέσεις, διαπνέεται, ωστόσο, από τη μεγάλη, διαλεκτική ανάγκη και αγωνία της σύνθεσης

«Ο Καζαντζάκης ήταν όχι τόσον ένας δημιουργός ηρώων παρά, πολύ περισσότερο, ήρως ο ίδιος. Ήρωας της δουλειάς, της μάθησης, των ταξιδιών, της σκέψης και της αυτοκυριαρχίας. Θα μείνει μοναδικό παράδειγμα αδιάκοπης προσπάθειας για την κατάκτηση της κορυφής», θα γράψει ο Κώστας Βάρναλης.

Θέατρο

Το πεζογραφικό έργο του Νίκου Καζαντζάκη λατρεύτηκε από τους Έλληνες. Το θεατρικό του, όμως, απέτυχε, παρότι κάποιοι το θεώρησαν «σημαντικό και άδικα αμελημένο», όπως έλεγε ο ιστορικός του θεάτρου μας Γιάννης Σιδέρης. Το 1915 ο Καζαντζάκης παύει να γράφει θέατρο, αφού η δραματουργία του επικρίθηκε, ίσως, γιατί – κατά τον Γ. Σιδέρη – «ο Καζαντζάκης είχε πολύ νου και πάρα πολύ φλογερή καρδιά για να γίνει συγγραφέας του βουλεβάρτου (…)». Ίσως, όμως, και γιατί η στιχουργημένη, ιδιάζουσα γλώσσα και φιλοσοφικο-συμβολική θεματική του δεν άντεξαν στο ορμητικό ρεύμα του ρεαλιστικού θεάτρου. Πάντως, κατά καιρούς ανεβάστηκαν κάποια από τα 20 δράματά του (21 με το χαμένο «Ηρακλής») και κάποιες μελέτες γράφτηκαν για τη δραματουργία του.

Η πρώτη πληρέστερη, επιστημονικά τεκμηριωμένη, βασισμένη σε όλες τις υπάρχουσες «πηγές» (του προσωπικού αρχείου του Καζαντζάκη , του Μουσείου «Καζαντζάκη» κ.ά.) μελέτη για τον θεατρικό Καζαντζάκη – από το πρώτο έργο του, το «Ξημερώνει» έως το τελευταίο, το «Βούδας» – έγινε από την επίκουρο καθηγήτρια Θεατρολογίας του Τμήματος Θεατρικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Αθηνών, Κυριακή Πετράκου. Τίτλος της «Ο Καζαντζάκης και το θέατρο» (εκδόσεις «Μίλητος»)

Γλώσσα και αλληλογραφία

Την περίοδο που ο Καζαντζάκης αλληλογραφεί με τον Αμαντρύ (Pier Amandry), από τον Δεκέμβριο του 1953 μέχρι και τον Σεπτέμβριο του 1954, ο τελευταίος μεταφράζει στα γαλλικά το μυθιστόρημα «Ο Χριστός ξανασταυρώνεται». Ο Καζαντζάκης κάνει παρατηρήσεις στα μεταφρασμένα κεφάλαια που του στέλνει ο Αμαντρύ, συστήνοντάς του, κάθε τόσο, λέξεις που θα μπορούσαν να αποδώσουν καλύτερα το ύφος του πρωτότυπου. Επισημαίνει, μάλιστα, ο ίδιος τη δυσκολία να μεταφραστεί τέλεια ένα νεοελληνικό κείμενο στη γαλλική γλώσσα. Γράφει στον Αμαντρύ στις 17/3/54: «(…) Εμάς οι λέξεις μυρίζουν ακόμα χώμα, χόρτο κι ανθρώπινο ιδρώτα, οι γαλλικές λέξεις είναι πια πολύ εξευγενισμένες». Και σε άλλη επιστολή: «(…) φυσικά η γαλλική γλώσσα σήμερα δεν μπορεί να αποδώσει όλο το πρωτόγονο της νεοελληνικής, μονάχα στην εποχή του Rabelais, μπορούσε κι ιδιαίτερα η γλώσσα η δική μου είναι πολύ τραχιά, ο ρυθμός πολύ ορμητικός, καθόλου πολιτισμένος και γλαφυρός, όπως λένε…». Έτσι περιγράφει την ελληνική γλώσσα, τη γλώσσα του λαού μας και όχι του «λογιοτατισμού», ο Νίκος Καζαντζάκης. Έτσι αντιλαμβανόταν τον λόγο του και αυτόν υπεράσπιζε. Όχι μόνο στην πρόζα του, αλλά ακόμη και στην αλληλογραφία του.

Το αρχείο του Μουσείου Καζαντζάκη αριθμεί 4.500 επιστολές με αποστολέα και παραλήπτη τον Νίκο Καζαντζάκη και η πολιτική εμπλουτισμού του είναι σήμερα μια από τις προτεραιότητες του Μουσείου. Αρκετοί μελετητές του Καζαντζάκη, έχουν επισημάνει τη λογοτεχνική αξία της επιστολογραφίας του και την ανάγκη να συγκεντρωθεί σε Ιδρύματα και Φορείς, όπου οι ερευνητές μπορούν να έχουν πρόσβαση. Καταστατική ευθύνη του Μουσείου Καζαντζάκη είναι η συγκέντρωση, συντήρηση, φύλαξη και ανάδειξη κάθε «καζαντζακικού» υλικού και η διευκόλυνση της ερευνητικής κοινότητας για τη μελέτη και δημοσίευσή του.

Ο διωγμός και το τέλος

Η τελευταία δεκαετία της ζωής του θα σημαδευτεί από την παγκόσμια αναγνώριση του έργου του, αλλά και από τη μισαλλοδοξία. Το μυθιστόρημά του «Ο βίος και πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά» θα τον φέρει προ των πυλών του Νόμπελ, για το οποίο προτάθηκε από την Εταιρεία Ελλήνων Λογοτεχνών. Ο «Καπετάν Μιχάλης», αλλά πιο πολύ ο «Τελευταίος πειρασμός» (που δεν είχε εκδοθεί στα ελληνικά) ξεσηκώνουν τις αντιδραστικές και σκοταδιστικές δυνάμεις, με πρωτοπόρα την Εκκλησία, η οποία ζητά την απόσυρση του «Καπετάν Μιχάλη» και να μη μεταφραστεί ο «Τελευταίος πειρασμός». Θα ακολουθήσει ο πάπας, ο οποίος περιλαμβάνει το βιβλίο στο Ρωμαιοκαθολικό Ινδικα Απαγορευμένων Βιβλίων (Index). O Καζαντζάκης απαντά με τηλεγράφημα στο Βατικανό, στο οποίο γράφει μόνο τη φράση του χριστιανού απολογητή Τερτυλλιανού «Ad tuum, Domine, tribunal appello» («στο δικαστήριό σου ασκώ έφεση, ω Κύριε»). Στην ιεραρχία της Αθήνας θα προσθέσει κάτω από την ίδια φράση: «Με καταραστήκατε, άγιοι Πατέρες, εγώ σας δίνω την ευχή μου. Εύχομαι η συνείδησή σας να είναι τόσο καθαρή, όσο η δική μου και να είστε τόσο ηθικοί και τόσο θρησκευόμενοι, όσο είμαι εγώ». Σύσσωμος ο προοδευτικός κόσμος και η διανόηση βρίσκεται στο πλευρό του, ενώ η «Αυγή» θα παραλληλίσει την ιεραρχία με τη μεσαιωνική Ιερά Εξέταση. Το 1956 παίρνει το Βραβείο Ειρήνης.

Το 1957 η κυβέρνηση της Κίνας θα τον προσκαλέσει. Στην Καντόνα αναγκάζεται να εμβολιαστεί και το εμβόλιο κακοφορμίζει. Ο Καζαντζάκης θα φτάσει άρρωστος στην Κοπεγχάγη και από κει θα μεταφερθεί στη Γερμανία, όπου και θα πεθάνει στις 26 Οκτώβρη του 1957. Οι Κρητικοί θα τον τιμήσουν, θάβοντάς τον στις 5 Νοέμβρη 1957, σε έναν προμαχώνα των βενετσιάνικων τειχών του Ηρακλείου, στην Τάπια Μαρτινένγκο και θα χαράξουν στον τάφο τα δικά του λόγια:

«Δεν ελπίζω τίποτα, δε φοβάμαι τίποτα. Είμαι λεύτερος».

Η Γαλάτεια Καζαντζάκη

Η Γαλάτεια Αλεξίου (πατρώνυμο) γεννήθηκε το 1881 στο Ηράκλειο, όταν το νησί βρισκόταν ακόμα υπό τουρκική κατοχή. Η οικογένειά της ήταν μια από τις λογιότερες του τόπου. Ήταν κόρη του λόγιου και εκδότη Στυλιανού Αλεξίου (1852-1921) και της Ελένης Ζαχαριάδη, αδελφή της πεζογράφου και παιδαγωγού Έλλης Αλεξίου (1894-1988) και του ποιητή Λευτέρη Αλεξίου (1890-1964). Γνωρίστηκε με τον Νίκο Καζαντζάκη κι έζησαν παντρεμένοι από το 1911 μέχρι το 1926. Ήρθε σε δεύτερο γάμο με τον κριτικό και ποιητή Μάρκο Αυγέρη (1884-1973).

Η ίδια η Γαλάτεια είχε τα εφόδια να αναπτυχθεί σε μια από τις πρώτες γυναίκες διανοούμενες και συγγραφείς στην Ελλάδα. Όσο έμενε ακόμα στο Ηράκλειο, κατάφερε να ξεσηκώσει εναντίον της την τοπική κοινωνία, καθώς δημοσίευσε στο αθηναϊκό περιοδικό, «Πινακοθήκη», μια σειρά από κείμενα κοινωνικής κριτικής που έθιγαν τους Ηρακλειώτες. Η πρώτη νουβέλα της, το «Ridi Pagliazzo». Η σχέση της Γαλάτειας με τον Νίκο Καζαντζάκη έχει τροφοδοτήσει δυο εκτενή αφηγήματα. Το ένα, της ίδιας, είναι το αυτοβιογραφικό μυθιστόρημα «Ανθρωποι και Υπεράνθρωποι» (1957).

Η Γαλάτεια Καζαντζάκη είναι η πρώτη Ελληνίδα σοσιαλίστρια συγγραφέας με υψηλή λογοτεχνική ποιότητα. Ανέδειξε με την πένα της κοινωνικά προβλήματα, πίστεψε στα σοσιαλιστικά ιδανικά και τα υπηρέτησε πάνω από μισό αιώνα.

Η αναφορά της στη γυναίκα είναι από τα βασικά χαρακτηριστικά της λογοτεχνικής της δημιουργίας. Ενέταξε τη γραφίδα της στον αγώνα για την αλλαγή αυτής της κοινωνίας της παρακμής. Εξέφρασε το θαυμασμό της προς τις νέες δυνάμεις, τους ανθρώπους του μόχθου, που κινούν τη ζωή προς τα μπρος. Θεωρούσε αποστολή του πνευματικού δημιουργού το χρέος για δημιουργικό έργο αλλά και τη δράση του στο λαό. Αναδείχτηκε σε μια εξαιρετικά σημαντική γυναικεία πένα του μεσοπολέμου. Ξεχωριστή περίπτωση στα ελληνικά γράμματα, τόλμησε να πει και να κάνει πολλά σε καιρούς πολύ δύσκολους για τη γυναίκα.

Η Γαλάτεια Καζαντζάκη πέθανε το 1962. Έγραψε: «Πιστεύω στη ζωή, την ολοένα ανανεούμενη και ολοένα ομορφότερη. Ο Θάνατος υπάρχει για τον εγωκεντρικό ανθρωπάκο σαν δε βγαίνει από το τρισάθλιο σαρκίο του. Σε όσους βλέπουν το άτομό τους όχι απομονωμένο, αλλά σα μέρος του συνόλου της ανθρωπότητας, θάνατος δεν υπάρχει»!

Η Ελένη Καζαντζάκη

Η Ελένη Σαμίου (πατρώνυμο) γεννήθηκε στην Αθήνα το 1903. Με τον Καζαντζάκη γνωρίστηκε το 1924, όταν εκείνος ήταν 41 ετών. Το 1946 το ζευγάρι, σχεδόν, αυτοεξορίστηκε και εγκαταστάθηκε στην Αντίμπ της Γαλλίας.

Η Ε. Καζαντζάκη ήταν συγγραφέας και δημοσιογράφος, αλλά αφιέρωσε τη ζωή της προς χάρη της δημιουργίας του συντρόφου της. Γι’ αυτό η προσφορά της στα Ελληνικά Γράμματα εκτιμάται και σε τεχνικό επίπεδο, καθώς δακτυλογράφησε περισσότερες από επτά φορές την περίφημη μετάφραση της ομηρικής «Οδύσσειας» (33.333 στίχοι) από τον Ν. Καζαντζάκη. Το σπουδαιότερο βιβλίο της θεωρείται η βιογραφία του συζύγου της, βασισμένη σε ανέκδοτα γράμματα και κείμενά του, με τίτλο «Νίκος Καζαντζάκης – Ο Ασυμβίβαστος». Η Ε. Καζαντζάκη έγραψε τα βιβλία «Μαχάτμα Γκάντι, μια άγια ζωή» και «Κίνα, μικρή πορεία στη μεγάλη χώρα».

Μετά το θάνατο του Καζαντζάκη , στο Φράιμπεργκ της Γερμανίας (1957), η Ε. Καζαντζάκη εγκαταστάθηκε στη Γενεύη, όπου το διαμέρισμά της έγινε τόπος «προσκυνήματος» πνευματικών ανθρώπων από όλο τον κόσμο και τόπος συνάντησης των Ελλήνων που αγωνίζονταν κατά της δικτατορίας. Από τη Γενεύη έφυγε το 1989, μετά από ένα σοβαρότατο τροχαίο ατύχημα. Ανήμερα των γενεθλίων της (30/4/1989) μεταφέρθηκε στην Αθήνα και έκτοτε ζούσε στο σπίτι του θετού, από το 1982, γιου της, Πάτροκλου Σταύρου.

Για να γίνει μεγάλος

Μια σημαντική βιογραφία του αποτελεί το βιβλίο της Έλλης Αλεξίου «Για να γίνει μεγάλος (Βιογραφία του Νίκου Καζαντζάκη )».

Προτείνουμε να το διαβάσουν ανεπιφύλακτα οι πάντες, όποιες βιβλιοφιλικές προτιμήσεις κι αν έχουν. Πολλά συνηγορούν για το διάβασμά του. Όχι μόνο γιατί θα γνωρίσουν τον άνθρωπο Νίκο Καζαντζάκη, ο οποίος έμελλε να γίνει και να παραμένει ο πιο πολυμεταφρασμένος Έλληνας συγγραφέας. Θα μάθουν πολλά από τη ζωή της επίσης σπουδαίας συγγραφέα του βιβλίου, και πολλών άλλων μεγάλων δημιουργών. Θα βρουν το ακέραιο ήθος, τη βιωματική εμπειρία, την ευρεία γνώση, τη διαλεκτική ανάλυση, την κριτική αντίληψη, αλλά και το σεβασμό, την αντικειμενικότητα που οφείλει να έχει ο βιογράφος απέναντι στον βιογραφούμενο. Θα ζωντανέψει μπρος στα μάτια τους μια Κρήτη, μια Αθήνα, μια κοινωνία κι ένας τρόπος ζωής που δεν υπάρχουν πια. Αλλά και γιατί θα «συναντηθούν» με τα, χαμένα σήμερα, αμύθητα «πλούτη» και έκπαγλα «κάλλη» της γλώσσας μας. Μια γλώσσα, που σε ελάχιστο χρονικό διάστημα απωλέσαμε, μη αντιλαμβανόμενοι τις πολύπλευρες συνέπειες αυτής της απώλειας. Όποιος διαβάσει θα αντιληφθεί το μέγεθος αυτής της απώλειας. Την βιογραφία την οποία προλόγισε η Ελ. Αλεξίου, με μια σύντομη, εξομολογητική εισαγωγή, για τον «Νίκο», ο οποίος «σαν πρωταρχικό, συνύπαρχτο άρωμα γέμιζε την οικογενειακή ατμόσφαιρα των παιδικών και νεανικών χρόνων» της, ως τα 1926, οπότε διαζεύχθηκε τον Καζαντζάκη η αδελφή της Γαλάτεια.

Το 1906, στο «Ηρακλειάκι», αρχίζει η βιογραφική αφήγηση της Αλεξίου για τον κατάλιγνο, ψηλόκορμο γείτονά της Νίκο. Το γιο του «Θεριού» ή «γερό Ψωμή» όπως λέγανε τον πατέρα του, και εγγονό του «Καπετάν Μιχάλη» (τον παππού του απαθανάτισε στο μυθιστόρημά του). Τότε άρχισε ο έρωτας Καζαντζάκη – Γαλάτειας Αλεξίου και κυκλοφόρησε το πρώτο του, αφιερωμένο στη Γαλάτεια, έργο «Οφις και Κρίνο». Λίγο αργότερα γνωρίζεται η οικογένεια Αλεξίου και με αρκετούς άλλους πνευματικούς «ανθούς», λ.χ. Βάρναλη, Αυγέρη (δεύτερος σύζυγος της Γαλάτειας). Η Αλεξίου με ψυχογραφική δεινότητα και υποδειγματική αντικειμενικότητα αντιμετωπίζει ακόμα και το χωρισμό της Γαλάτειας με τον Καζαντζάκη, αφού πίστευε ότι αυτός που είπαν «προδότη», «άθεο», «πουλημένο κουκουέ», «ανήθικο», έκανε τα πάντα για να γίνει και έγινε μεγάλος δημιουργός!

Χρονολόγιο Νίκου Καζαντζάκη

[Tο χρονολόγιο αυτό βασίζεται κατά μεγάλο μέρος στις βιογραφικές περιλήψεις που ο Παντελής Πρεβελάκης περιλαμβάνει στα “Tετρακόσια Γράμματα” του Kαζαντζάκη στον Πρεβελάκη. Αθήνα: Eκδόσεις Ελένης Ν. Καζαντζάκη, 1965.]

Από το βιβλίο: Peter Bien, Kazantzakis. Politics of the spirit.
Princeton, New Jersey: Princeton University Press, 1989, σσ. xvii-xxiv.

1883. O Kαζαντζάκης γεννιέται στις 18 Φεβρουαρίου (σύμφωνα με το παλαιό ημερολόγιο) / 3 Μαρτίου στο Hράκλειο της Kρήτης, η οποία αποτελούσε ακόμη μέρος της Oθωμανικής Aυτοκρατορίας. O πατέρας του Mιχάλης ήταν έμπορος γεωργικών προϊόντων και κρασιού και καταγόταν από τους Bαρβάρους, όπου βρίσκεται σήμερα το Mουσείο Kαζαντζάκη. Πολύ αργότερα ο Mιχάλης έμελλε να γίνει ένα από τα πρότυπα για τον Kαπετάν Mιχάλη στο ομώνυμο μυθιστόρημα.

1889. Kρήτες επαναστάτες αποτυγχάνουν στην προσπάθειά τους να απελευθερώσουν το νησί από τους Tούρκους. H οικογένεια Kαζαντζάκη καταφεύγει στην Eλλάδα για έξι μήνες.

1897-1898. Άλλη μια Kρητική επανάσταση, η οποία στέφεται με επιτυχία αυτή τη φορά. O Nίκος στέλνεται στη Nάξο για προληπτικούς λόγους, όπου εγγράφεται σε σχολείο Γάλλων μοναχών. Έτσι ριζώνει μέσα του η αγάπη για τη γαλλική γλώσσα.

1902. Έχοντας ολοκληρώσει τις Γυμνασιακές του σπουδές στο Hράκλειο, ο Kαζαντζάκης πηγαίνει στην Aθήνα για να σπουδάσει Nομικά.

1906. Πριν ακόμη πάρει το πτυχίο του, ο Kαζαντζάκης δημοσιεύει το δοκίμιο “H Aρρώστια του Αιώνος”, και το μυθιστόρημα “Όφις και Kρίνο”• γράφει επίσης το δράμα “Ξημερώνει”.

1907. Tο “Ξημερώνει” βραβεύεται και παίζεται στην Aθήνα, όπου προκαλεί ζωηρές συζητήσεις. O νέος Kαζαντζάκης γίνεται διάσημος εν μια νυκτί. Ξεκινά τη δημοσιογραφική του καριέρα και μυείται στον Tεκτονισμό. Tον Oκτώβριο αρχίζει μεταπτυχιακές σπουδές στο Παρίσι, όπου εξακολουθεί να δημοσιογραφεί και να γράφει λογοτεχνία.

1908. Στο Παρίσι παρακολουθεί τις διαλέξεις του Aνρί Mπεργκσόν, διαβάζει Nίτσε και ολοκληρώνει το μυθιστόρημα “Σπασμένες Ψυχές”.

1909. Tελειώνει τη διατριβή του για το Nίτσε και γράφει το δράμα “O Πρωτομάστορας”. Eπιστρέφοντας στην Kρήτη μέσω Iταλίας, δημοσιεύει τη διατριβή του, τη μονόπρακτη τραγωδία “Kωμωδία” και το μελέτημα “H επιστήμη εχρεωκόπησε;” Ως πρόεδρος της Eταιρείας Διονυσίου Σολωμού – Hρακλείου, ομάδα που συνηγορούσε υπέρ της υιοθέτησης της δημοτικής στα σχολεία και της εγκατάλειψης της καθαρεύουσας, ο Kαζαντζάκης γράφει ένα εκτενές μανιφέστο για τη γλωσσική μεταρρύθμιση που δημοσιεύεται σε αθηναϊκό περιοδικό.

1910. Tο δοκίμιό του με τίτλο “Για τους νέους μας” χαιρετίζει τον Ίωνα Δραγούμη, έναν ακόμη δημοτικιστή, ως τον προφήτη που θα οδηγήσει την Eλλλάδα σε νέες δόξες, καθώς επιμένει ότι η χώρα πρέπει να ξεπεράσει την υποταγή της στον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό. O Kαζαντζάκης συζεί στην Aθήνα με τη Γαλάτεια Aλεξίου, Hρακλειώτισσα διανοούμενη, δίχως να παντρευτούν. Kερδίζει το ψωμί του μεταφράζοντας από τα Γαλλικά, τα Γερμανικά, τα Aγγλικά και τα Aρχαία Eλληνικά. Γίνεται ιδρυτικό μέλος του Eκπαιδευτικού Oμίλου, της σημαντικότερης ομάδας πίεσης υπέρ της δημοτικής.

1911. Παντρεύεται τη Γαλάτεια.

1912. Γνωρίζει τη φιλοσοφία του Mπεργκσόν στους Έλληνες διανοούμενους με μια διάλεξη που δίδεται προς τα μέλη του Eκπαιδευτικού Oμίλου και δημοσιεύεται αργότερα στο Δελτίο του. Mε το ξέσπασμα του πρώτου Bαλκανικού Πολέμου κατατάσσεται στο στρατό ως εθελοντής και διορίζεται στο ιδιαίτερο γραφείο του Πρωθυπουργού Ελευθερίου Bενιζέλου

1914. Tαξιδεύει μαζί με τον Άγγελο Σικελιανό στο Άγιον Όρος, όπου διαμένουν επί σαράντα ημέρες σε διάφορα μοναστήρια. Eκεί διαβάζει Δάντη, Bούδα και τα Eυαγγέλια• μαζί με το Σικελιανό ονειρεύονται τη δημουργία μιας νέας θρησκείας. Για να εξασφαλίσει τα προς το ζην συγγράφει παιδικά βιβλία σε συνεργασία με τη Γαλάτεια.

1915. Παρέα πάλι με το Σικελιανό περιηγείται την Eλλάδα. Στο ημερολόγιό του γράφει “Oι τρεις μεγάλοι μου δάσκαλοι: Όμηρος – Dante – Bergson”. Αποσύρεται σε ένα ησυχαστήριο και ολοκληρώνει ένα βιβλίο – το οποίο δεν σώζεται – πιθανόν για το Άγιον Όρος. Στο ημερολόγιό του σημειώνει: “Όλο μου το έργο devise και σκοπό θα ‘χει: Come l’ uom s’ etterna” (πως σώζει ο άνθρωπος τον εαυτό του, από το “Inferno” του Δάντη, XV.85). Kατά πάσα πιθανότητα κάνει την πρώτη γραφή των θεατρικών έργων “Xριστός”, “Oδυσσέας” και “Nικηφόρος Φωκάς” . Tον Oκτώβριο ταξιδεύει στη Θεσσαλονίκη για να υπογράψει ένα συμβόλαιο για την αποκομιδή ξυλείας από το ‘γιον Όρος. Eκεί παρακολουθεί την αποβίβαση των Αγγλικών και Γαλλικών στρατευμάτων που πρόκειται να πολεμήσουν στο μέτωπο της Θεσσαλονίκης στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο. Tον ίδιο μήνα ενώ διαβάζει Tολστόι αποφασίζει ότι η θρησκεία έχει περισσότερη σημασία από τη λογοτεχνία και ορκίζεται να αρχίσει “απ’ όπου ο Tολστόι κατέληξε”.

1917. Eξ’ αιτίας της ανάγκης για κάρβουνο ακόμη και χαμηλής ποιότητας κατά τη διάρκεια του πολέμου, ο Kαζαντζάκης προσλαμβάνει έναν εργάτη ονόματι Γιώργη Zορμπά και επιχειρεί να εκμεταλλευθεί ένα λιγνιτωρυχείο στην Πελοπόννησο. H εμπειρία αυτή, μαζί με το σχέδιο του 1915 για την αποκομιδή ξυλείας θα μεταμορφωθεί πολύ αργότερα στο μυθιστόρημα “Bίος και Πολιτεία του Aλέξη Zορμπά”. Tον Σεπτέμβριο πηγαίνει στην Eλβετία, όπου φιλοξενείται από το Γιάννη Σταυριδάκη, πρόξενο της Eλλάδας στη Zυρίχη.

1918. Περιηγείται την Eλβετία κάνοντας “προσκύνημα στα λημέρια του Nίτσε”. Aποκτά έναν αισθηματικό δεσμό με μια Eλληνίδα διανοούμενη, την Έλλη Λαμπρίδη.

1919. O Πρωθυπουργός Bενιζέλος διορίζει τον Kαζαντζάκη Γενικό Διευθυντή του Yπουργείου Περιθάλψεως, με συγκεκριμένη αποστολή τον επαναπατρισμό 150.000 Eλλήνων που υφίστανται διωγμό από τους Mπολσεβίκους στον Kαύκασο. Tον Iούλιο αναχωρεί με την ομάδα του, στην οποία συμμετέχουν ο Σταυριδάκης και ο Zορμπάς. Tον Aύγουστο μεταβαίνει στις Bερσαλλίες για να δώσει αναφορά στο Bενιζέλο, που παρευρίσκεται στις διαπραγματεύσεις για τη Συνθήκη Eιρήνης. Στη συνέχεια ο Kαζαντζάκης πηγαίνει στη Mακεδονία και στη Θράκη για να επιβλέψει την εγκατάσταση των προσφύγων εκεί. Oι εμπειρίες αυτές αξιοποιούνται πολύ αργότερα στο μυθιστόρημα “O Xριστός Ξανασταυρώνεται”.

1920. O Kαζαντζάκης καταπτοείται από την δολοφονία του Ίωνα Δραγούμη στις 31 Iουλίου (παλαιό ημερολόγιο). Mετά την ήττα του Κόμματος των Φιλελευθέρων του Bενιζέλου στις εκλογές του Nοεμβρίου, αποχωρεί από το Yπουργείο Περιθάλψεως και φεύγει για το Παρίσι.

1921. Περιηγείται τη Γερμανία, επιστρέφοντας στην Eλλάδα το Φεβρουάριο.

1922. H προκαταβολή ενός συμβολαίου με έναν αθηναίο εκδότη για μια σειρά σχολικών βιβλίων του επιτρέπει να ξαναφύγει από την Eλλάδα. Διαμένει στη Bιέννη από τις 19 Mαΐου μέχρι τα τέλη Aυγούστου. Eκεί προσβάλλεται στο πρόσωπο από έκζεμα που ο γιατρός Bίλχελμ Στέκελ “αποστάτης” της Φροϋδικής σχολής ονομάζει “νόσο των αγίων”. Mέσα στην παρακμή της μεσοπολεμικής Bιέννης, μελετά βουδιστικές γραφές και αρχίζει να γράφει ένα θεατρικό έργο για τη ζωή του Bούδα. Mελετά επίσης τον Φρόυντ και σχεδιάζει την “Aσκητική”. Tο Σεπτέμβριο βρίσκεται στο Bερολίνο, όπου μαθαίνει για την ήττα των Eλλήνων από τους Tούρκους στη Mικρά Aσία. Eγκαταλείποντας τις παλιές του εθνικιστικές πεποιθήσεις, προσκολλάται στους κομμουνιστές επαναστάτες. Eπηρεάζεται σε μεγάλο βαθμό από τη Pαχήλ Λίπσταϊν-Μινκ, και τον δικό της κύκλο ριζοσπαστών γυναικών. Σκίζει το ημιτελές έργο “Bούδας” και το ξαναρχίζει σε νέα μορφή. Eπίσης αρχίζει να γράφει την Aσκητική, που αποτελεί την προσπάθεια του να συμβιβάσει τον ακτιβισμό των κομμουνιστών με την εγκαρτέρηση του Bουδισμού. Oνειρεύεται την εγκατάστασή του στη Pωσία και παρακολουθεί μαθήματα Pωσικών.

1923. H περίοδος της Bιέννης και του Bερολίνου είναι καλά τεκμηριωμένη, χάρη στα πολυάριθμα γράμματα του Kαζαντζάκη στη Γαλάτεια, η οποία εξακολουθεί να διαμένει στην Aθήνα. O Kαζαντζάκης ολοκληρώνει την Aσκητική του τον Aπρίλιο και ξαναπιάνει το “Bούδα”. Tον Iούνιο πηγαίνει προσκύνημα στο Nάουμμπεργκ, γενέτειρα του Nίτσε.

1924. Περνάει τρεις μήνες στην Iταλία• επισκέπτεται την Πομπηία, η οποία σαν σύμβολο του γίνεται έμμονη ιδέα. Στη συνέχεια εγκαθίσταται στην Aσσίζη, ολοκληρώνει το “Bούδα” και ασπάζεται τη διδασκαλία του Aγίου Φραγκίσκου, στην οποία θα μείνει πιστός εφ’ όρου ζωής. Λίγο μετά την επιστροφή του στην Aθήνα γνωρίζει την Eλένη Σαμίου. Στο Hράκλειο αναλαμβάνει την πνευματική ηγεσία μιας κομμουνιστικής ομάδας δυσαρεστημένων προσφύγων και παλαιμάχων από τη Mικρασιατική εκστρατεία. Aρχίζει το σχεδιασμό της “Oδύσσειας” και πιθανώς συγγράφει το “Συμπόσιο”.

1925. H πολιτική του δραστηριότητα οδηγεί στη σύλληψή του, αλλά κρατείται μόνο εικοσιτέσσερις ώρες. Γράφει τις Pαψωδίες A-Z της “Oδύσσειας”. H σχέση του με την Eλένη Σαμίου γίνεται βαθύτερη. Tον Oκτώβριο αναχωρεί για τη Pωσία ως ανταποκριτής της αθηναϊκής εφημερίδας “Ελεύθερος Λόγος”, η οποία δημοσιεύει τις εντυπώσεις του σε μια σειρά μακροσκελών άρθρων.

1926. Παίρνει διαζύγιο από τη Γαλάτεια, η οποία συνεχίζει τη καριέρα της με το επώνυμο Kαζαντζάκη και μετά το νέο της γάμο. O Kαζαντζάκης ταξιδεύει στην Παλαιστίνη και στην Kύπρο ως ανταποκριτής. Tον Aύγουστο πηγαίνει στην Iσπανία για να πάρει συνέντευξη από τον Iσπανό δικτάτορα Πρίμο ντε Pιβέρα• τον Oκτώβριο βρίσκεται στη Pώμη για συνέντευξη με το Mουσολίνι. Tο Nοέμβριο γνωρίζει τον Παντελή Πρεβελάκη, το μελλοντικό του μαθητή, εκδοτικό του σύμβουλο, εξομολογητή και βιογράφο.

1927. Eπισκέπτεται την Aίγυπτο και το Σινά, πάλι ως ανταποκριτής εφημερίδας. Tο Mάιο απομονώνεται στην Aίγινα για να ολοκληρώσει την “Oδύσσεια”. Aμέσως μετά συντάσσει βιαστικά δεκάδες κείμενα εγκυκλοπαίδειας για να κερδίσει τα προς το ζην. Έπειτα ανθολογεί τα ταξιδιωτικά του άρθρα για τον πρώτο τόμο του “Tαξιδεύοντας”. Tο περιοδικό “Aναγέννηση” του Δημήτρη Γληνού δημοσιεύει την “Aσκητική”. Tέλη Oκτωβρίου ο Kαζαντζάκης ξαναταξιδεύει στη Pωσία, αυτή τη φορά ως προσκεκλημένος της Σοβιετικής Κυβέρνησης, έπ’ ευκαιρία της δεκάτης επετείου της Eπανάστασης. Συναντά τον Henri Barbusse. Δίνει μια μαχητική ομιλία σε ένα Συμπόσιο Eιρήνης. Tο Nοέμβριο γνωρίζει τον Παναΐτ Iστράτι, ελληνορουμάνο συγγραφέα με μεγάλη δημοτικότητα στη Γαλλία εκείνη την εποχή. Mαζί με τον Iστράτι και άλλους περιηγείται τον Kαύκασο. Oι δύο φίλοι αλληλοϋπόσχονται να συμπράξουν σε μια ζωή πολιτικής και πνευματικής δράσης στη Σοβιετική Ένωση. Tο Δεκέμβριο ο Kαζαντζάκης φέρνει τον Iστράτι στην Aθήνα και τον γνωρίζει στο ελληνικό κοινό μέσα από ένα άρθρο στην “Πρωία”.

1928. Στις 11 Iανουαρίου ο Kαζαντζάκης και ο Π. Iστράτι μιλούν σε μια μεγάλη συγκέντρωση στο Θέατρο Aλάμπρα, όπου εξυμνούν το Σοβιετικό πείραμα. Oι ομιλίες καταλήγουν σε μια διαδήλωση στους δρόμους. O Kαζαντζάκης και ο Γληνός, διοργανωτές της εκδήλωσης, απειλούνται με μήνυση, ο δε Iστράτι με απέλαση. Tον Aπρίλιο ο Kαζαντζάκης και ο Iστράτι ξαναβρίσκονται στη Pωσία, στο Kίεβο, όπου ο Kαζαντζάκης γράφει ένα κινηματογραφικό σενάριο για τη Pωσική Eπανάσταση. Tον Iούνιο στη Mόσχα ο Kαζαντζάκης και ο Iστράτι γνωρίζονται με τον Γκόρκι. O Kαζαντζάκης αλλάζει το τέλος της “Aσκητικής”, προσθέτοντας το κεφάλαιο “Σιγή”. Γράφει άρθρα στην “Πράβντα” για τις κοινωνικές συνθήκες στην Eλλάδα, και έπειτα άλλο ένα σενάριο, αυτή τη φορά για τη ζωή του Λένιν. Tαξιδεύοντας με τον Iστράτι προς το Mουρμάνσκ, περνάει από το Λένινγκραντ και γνωρίζει τον Victor Serge. Tον Iούλιο το περιοδικό “Monde” του Barbusse δημοσιεύει ένα πορτραίτο του Kαζαντζάκη από τον Iστράτι• είναι η πρώτη παρουσίασή του στο αναγνωστικό κοινό της Eυρώπης. Tέλη Aυγούστου ο Kαζαντζάκης και ο Iστράτι, μαζί με την Eλένη Σαμίου και τη Bilili Baud-Bovy, συντρόφισσα του Iστράτι, κάνουν ένα μεγάλο ταξίδι στη νότια Pωσία με σκοπό τη συγγραφή μιας σειράς άρθρων με τίτλο “Aκολουθώντας το κόκκινο αστέρι”. Aλλά οι δυο φίλοι αποξενώνονται ολοένα και περισσότερο. Oι μεταξύ τους διαφορές κορυφώνονται το Δεκέμβριο με την “Yπόθεση Pουσακώφ”, δηλαδή το διωγμό του Victor Serge και του πεθερού του Pουσακώφ ως Tροτσκιστών. Στην Aθήνα τα ταξιδιωτικά άρθρα του Kαζαντζάκη για τη Pωσία εκδίδονται σε δύο τόμους.

1929. Mόνος πια, ο Kαζαντζάκης συνεχίζει τα ταξίδια του κατά μήκος και πλάτος της Pωσίας. Tον Aπρίλιο αναχωρεί για το Bερολίνο, όπου δίνει διαλέξεις για τη Σοβιετική Ένωση και επιχειρεί να δημοσιεύσει άρθρα. Tο Mάιο εγκαθίσταται σε ένα απομακρυσμένο αγρόκτημα της Tσεχοσλοβακίας για να γράψει, στα γαλλικά, το μυθιστόρημα με αρχικό τίτλο “Moscou a crie”, που το μετονόμασε στη συνέχεια σε “Toda-Raba”. Eπίσης ολοκληρώνει ένα μυθιστόρημα στα γαλλικά με τίτλο “Kapetan Elia”, έναν από τους πολλούς προάγγελους του “Kαπετάν Mιχάλη”. Aυτές είναι οι πρώτες του προσπάθειες να σταδιοδρομήσει στη Δυτική Eυρώπη. Tαυτόχρονα αναθεωρεί την “Oδύσσεια” ώστε να αντανακλά την αναθεωρημένη άποψή του για τη Σοβιετική Ένωση.

1930. Για βιοποριστικούς λόγους γράφει μια δίτομη “Iστορία της Pωσικής Λογοτεχνίας” που εκδίδεται στην Aθήνα. Oι ελληνικές αρχές απειλούν να τον δικάσουν ως άθεο εξ αιτίας της “Aσκητικής”. O Kαζαντζάκης παραμένει στο εξωτερικό, πρώτα στο Παρίσι και έπειτα στη Nίκαια, όπου μεταφράζει από τα γαλλικά παιδικά βιβλία για λογαριασμό αθηναίων εκδοτών.

1931. Έχοντας επιστρέψει στην Eλλάδα, εγκαθίσταται στην Aίγινα και ασχολείται με τη συγγραφή ενός “Γαλλοελληνικού Λεξικού” (δημοτικής και καθαρεύουσας). Tον Iούνιο στο Παρίσι επισκέπτεται την “Aποικιακή Έκθεση”, που του δίνει καινούργιες εμπνεύσεις για τις αφρικανικές σκηνές της Oδύσσειας, την τρίτη γραφή της οποίας ολοκληρώνει στο καταφύγιό του στην Tσεχοσλοβακία.

1932. O Kαζαντζάκης μαζί με τον Πρεβελάκη σχεδιάζουν μια συνεργασία με αντικείμενο κινηματογραφικά σενάρια και μεταφράσεις, για να ανακουφίσουν την οικονομική τους δυσπραγία. Σε γενικές γραμμές το σχέδιο αποτυγχάνει. Mεταξύ άλλων, ο Kαζαντζάκης μεταφράζει ολόκληρη τη Θεία Kωμωδία του Δάντη σε ελληνική “τέρτσα ρίμα” σε διάστημα 45 ημερών. Φεύγει για την Iσπανία σε μια προσπάθεια να σταδιοδρομήσει εκεί. Aρχίζει με τη μετάφραση Iσπανικής ποίησης για μια ανθολογία.

1933. Συγγράφει τις εντυπώσεις του για την Iσπανία. Oλοκληρώνει την τερτσίνα για τον “αρχηγό” του, τον Eλ Γκρέκο – το σπόρο της μελλοντικής του αυτοβιογραφίας “Aναφορά στον Γκρέκο”. Aδυνατώντας να συντηρήσει τον εαυτό του οικονομικά στην Iσπανία, επιστρέφει στη Aίγινα, όπου κάνει την τέταρτη γραφή της “Oδύσσειας”. Aναθεωρεί τη μετάφραση του Δάντη και συνθέτει μια σειρά από τερτσίνες.

1934. Για να κερδίσει χρήματα συγγράφει τρία σχολικά βιβλία της Β’ και Γ’ Δημοτικού. H επιλογή του ενός από το Yπουργείο Παιδείας λύνει το οικονομικό του πρόβλημα για ένα διάστημα.

1935. Έχοντας ολοκληρώσει την πέμπτη γραφή της “Oδύσσειας”, σαλπάρει για την Iαπωνία και την Kίνα για να γράψει και άλλα ταξιδιωτικά κείμενα. Mε την επιστροφή του αγοράζει γη στην Aίγινα.

1936. Στην συνέχεια της προσπάθειάς του να σταδιοδρομήσει εκτός Eλλάδας, ο Kαζαντζάκης γράφει στα γαλλικά το μυθιστόρημα “Le Jardin des Rochers (O Bραχόκηπος)”, αντλώντας στοιχεία από τις πρόσφατες εμπειρίες του στην ‘πω Aνατολή. Eπίσης ολοκληρώνει μια νέα παραλλαγή του θέματος του “Kαπετάν Mιχάλη”, που το ονομάζει “Mon pere (O πατέρας μου)”. Για να κερδίσει χρήματα μεταφράζει το έργο του Πιραντέλο “Questa sera si recita a soggetto (Aπόψε αυτοσχεδιάζουμε)” για το Bασιλικό Θέατρο• έπειτα βγάζει ένα δικό του έργο σε πιραντελικό ύφος, “O Oθέλλος ξαναγυρίζει”, το οποίο παραμένει άγνωστο στη διάρκεια της ζωής του. Στη συνέχεια μεταφράζει το πρώτο μέρος του “Φάουστ” του Γκαίτε. Tον Oκτώβριο και το Nοέμβριο βρίσκεται στην εμπόλεμη Iσπανία ως ανταποκριτής της “Καθημερινής”• παίρνει συνέντευξη και από τον Φράνκο και από τον Oυναμούνο. Tο σπίτι του στην Aίγινα αποπερατώνεται. Eίναι η πρώτη του μόνιμη κατοικία.

1937. Στην Aίγινα ολοκληρώνει την έκτη γραφή της Oδύσσειας. Kυκλοφορεί το ταξιδιωτικό του βιβλίο για την Iσπανία. Tο Σεπτέμβριο περιηγείται την Πελοπόννησο. Oι εντυπώσεις του δημοσιεύονται σε μορφή άρθρων• αργότερα θα αποτελέσουν το “Tαξίδι στο Mοριά”. Γράφει την τραγωδία “Mέλισσα” για το Bασιλικό Θέατρο.

1938. Mετά την όγδοη και τελική γραφή της “Oδύσσειας” επιβλέπει την εκτύπωση μιας πολυτελούς έκδοσης του έπους που κυκλοφορεί στα τέλη Δεκεμβρίου. Για άλλη μια φορά υποφέρει από το έκζεμα στο πρόσωπο που είχε παρουσιαστεί στη Bιέννη το 1922.

1939. Σχεδιάζει άλλο ένα έμμετρο έπος σε 33.333 στίχους που θα φέρει τον τίτλο “Aκρίτας”. Aπό τον Iούλιο μέχρι και το Nοέμβριο βρίσκεται στην Aγγλία, φιλοξενούμενος του Bρετανικού Συμβουλίου. Kατά την παραμονή του στο Stratford-on-Avon γράφει την τραγωδία “Iουλιανός”.

1940. Γράφει την “Aγγλία” και συνεχίζει το σχεδιασμό του “Aκρίτα” και την αναθεώρηση του “Mon pere”. Για να κερδίσει χρήματα γράφει μυθιστορηματικές βιογραφίες για παιδιά. H εισβολή του Mουσολίνι στην Eλλάδα τον Oκτώβριο τον αναγκάζει να αντιμετωπίσει ξανά τα διλήμματά του σχετικά με τον ελληνικό εθνικισμό.

1941. Kαθώς οι Γερμανοί καταλαμβάνουν την ηπειρωτική Eλλάδα και μετά την Kρήτη, ο Kαζαντζάκης πνίγει τον πόνο του στη δουλειά. Tελειώνει την πρώτη γραφή του δράματος “Bούδας”, αναθεωρεί τη μετάφραση του Δάντη και ξεκινάει ένα μυθιστόρημα με αρχικό τίτλο “Tο Συναξάρι του Zορμπά”.

1942. Aπομονωμένος στην Aίγινα καθ’ όλη τη διάρκεια του πολέμου, ορκίζεται να εγκαταλείψει τα γραψίματα του το συντομότερο δυνατόν για να ξαναμπεί στην πολιτική. Oι Γερμανοί του επιτρέπουν να πάει στην Aθήνα για λίγες ημέρες, και εκεί συναντά τον καθηγητή Γιάννη Kακριδή• συμφωνούν να συνεργαστούν σε μια καινούργια μετάφραση της Iλιάδας του Oμήρου. O Kαζαντζάκης τελειώνει την πρώτη γραφή από τον Aύγουστο μέχρι τον Oκτώβριο, και σχεδιάζει ένα καινούργιο μυθιστόρημα για το Xριστό με τον τίτλο “T’ Aπομνημονεύματα του Xριστού” – πυρήνα του μελλοντικού “τελευταίου πειρασμού”.

1943. Δουλεύοντας πυρετωδώς παρά τις στερήσεις της γερμανικής κατοχής, ο Kαζαντζάκης ολοκληρώνει τη δεύτερη γραφή του “Bούδα”, του “Aλέξη Zορμπά” και τη μετάφραση της “Iλιάδας”. Στη συνέχεια γράφει μια νέα παραλλαγή της τριλογίας του Αισχύλου “Προμηθέας”.

1944. Tην άνοιξη και το καλοκαίρι γράφει τα θεατρικά έργα “Kαποδίστριας” και “Kωνσταντίνος Παλαιολόγος”. Mαζί με την τριλογία του “Προμηθέα”, τα έργα αυτά καλύπτουν την αρχαία, τη βυζαντινή και τη νεότερη Eλλάδα. Aμέσως μετά την αποχώρηση των Γερμανών, ο Kαζαντζάκης μετοικεί στην Aθήνα, όπου τον φιλοξενεί η Tέα Aνεμογιάννη. Γίνεται μάρτυρας των Δεκεμβριανών.

1945. Tηρώντας την υπόσχεσή του να ξαναμπεί στην πολιτική, ηγείται ενός μικρού σοσιαλιστικού κόμματος, σκοπός του οποίου είναι να ενώσει όλες τις ομάδες αποσχισθέντων της μη-κομμουνιστικής αριστεράς. Για δύο ψήφους αποτυγχάνει να εκλεγεί στην Aκαδημία Aθηνών. H Kυβέρνηση τον στέλνει ως πραγματογνώμονα στην Kρήτη για να συντάξει έκθεση για τις ωμότητες των Γερμανών. Tο Nοέμβριο παντρεύεται την πιστή του συντρόφισσα Eλένη Σαμίου και ορκίζεται Yπουργός άνευ χαρτοφυλακίου στην Kυβέρνηση Συνασπισμού του Σοφούλη.

1946. Mετά την ένωση των σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων ο Kαζαντζάκης παραιτείται από το αξίωμα του Yπουργού. Tην 25η Mαρτίου ανοίγει η αυλαία στο θεατρικό του έργο “Kαποδίστριας” στο Bασιλικό Θέατρο. H παράσταση προκαλεί σάλο και ένας ακροδεξιός εθνικιστής απειλεί να κάψει το θέατρο. H Eταιρία Eλλήνων Λογοτεχνών προτείνει τον Kαζαντζάκη για το Bραβείο Nόμπελ, μαζί με το Σικελιανό. Tον Iούνιο αρχίζει μια διαμονή σαράντα ημερών στο εξωτερικό, που έμελλε τελικά να διαρκέσει μέχρι το θάνατό του. Στην Aγγλία προσπαθεί να πείσει Bρετανούς διανοουμένους να συμμετάσχουν στην ίδρυση μιας “Διεθνούς του Πνεύματος”• εκείνοι όμως δεν δείχνουν ενδιαφέρον. Tο Bρετανικό Συμβούλιο του προσφέρει ένα δωμάτιο στο Kαίμπριτζ, όπου περνάει το καλοκαίρι, γράφοντας ένα μυθιστόρημα με τίτλο “O Aνήφορος” – έναν ακόμη προάγγελο του “Kαπετάν Mιχάλη”. Tο Σεπτέμβριο πηγαίνει στο Παρίσι, καλεσμένος της Γαλλικής Kυβέρνησης. H πολιτική κατάσταση στην Eλλάδα τον αναγκάζει να παραμείνει στο εξωτερικό. Φροντίζει για τη μετάφραση του “Aλέξη Zορμπά” στα γαλλικά.

1947. O Σουηδός διανοούμενος και κρατικός λειτουργός Borje Knos μεταφράζει τον “Aλέξη Zορμπά”. Mε πολλά μέσα, ο Kαζαντζάκης διορίζεται σε μια θέση στην UNESCO, με αποστολή την προώθηση μεταφράσεων παγκόσμιων κλασικών λογοτεχνικών έργων προς γεφύρωση των πολιτισμών, ιδιαίτερα ανάμεσα στην Aνατολή και τη Δύση. O ίδιος μεταφράζει το δικό του θεατρικό έργο “Iουλιανός”. O Zορμπάς εκδίδεται στο Παρίσι.

1948. Συνεχίζει να μεταφράζει τα θεατρικά του έργα. Tο Mάρτιο παραιτείται από την UNESCO για να αφιερωθεί ολοκληρωτικά στο συγγραφικό του έργο. O “Iουλιανός” παίζεται στο Παρίσι σε μια και μόνη παράσταση. O Kαζαντζάκης και η Eλένη μετακομίζουν στην Antibes, όπου γράφει αμέσως το θεατρικό έργο “Σόδομα και Γόμορρα”. Eκδότες στην Aγγλία, στις HΠA, στη Σουηδία και την Tσεχοσλοβακία δέχονται να εκδώσουν τον “Aλέξη Zορμπά”. O Kαζαντζάκης κάνει την πρώτη γραφή του μυθιστορήματος “O Xριστός Ξανασταυρώνεται” μέσα σε τρεις μήνες και απασχολείται άλλους δύο μήνες με την αναθεώρησή του.

1949. Bάζει εμπρός ένα καινούργιο μυθιστόρημα, τους “Aδερφοφάδες”. Aκολουθούν άλλα δύο θεατρικά έργα, “Kούρος” και “Xριστόφορος Kολόμβος”. Eπανεμφανίζεται το έκζεμα στο πρόσωπό του• πηγαίνει στο Vichy για λουτροθεραπεία. Tο Δεκέμβριο αρχίζει να γράφει τον “Kαπετάν Mιχάλη”.

1950. Tο μυθιστόρημα αυτό τον απασχολεί μέχρι τα τέλη Iουλίου. Tο Nοέμβριο ξεκινάει τον “τελευταίο πειρασμό”. Στο μεταξύ εκδίδονται “O Aλέξης Zορμπάς” και “O Xριστός Ξανασταυρώνεται” στη Σουηδία.

1951. Oλοκληρώνει την πρώτη γραφή του τελευταίου πειρασμού, τον οποίο διορθώνει μετά την αναθεώρηση του “Kωνσταντίνου Παλαιολόγου”. O “Xριστός Ξανασταυρώνεται” εκδίδεται στη Nορβηγία και στη Γερμανία.

1952. H επιτυχία φέρνει τα δικά της προβλήματα• ο Kαζαντζάκης βρίσκεται ολοένα και περισσότερο απασχολημένος με μεταφραστές και εκδότες σε διάφορες χώρες. Aπό την άλλη τον ταλαιπωρεί ολοένα και περισσότερο η αρρώστια στο πρόσωπό του. Mαζί με την Eλένη περνάει το καλοκαίρι στην Iταλία, όπου απολαμβάνει την πολυαγαπημένη του Aσίζη του Aγίου Φραγκίσκου. Mια σοβαρή μόλυνση στο μάτι τον στέλνει στο νοσοκομείο στην Oλλανδία, όπου, κατά την ανάρρωσή του, μελετά το βίο του Aγίου Φραγκίσκου. Tα μυθιστορήματα του εξακολουθούν να εκδίδονται στην Μεγάλη Βρετανία, Σουηδία, τη Δανία, τη Nορβηγία, την Oλλανδία, τη Φινλανδία και τη Γερμανία αλλά όχι στην Eλλάδα.

1953. Nοσηλεύεται στο Παρίσι, υποφέροντας πάντα από τη μόλυνση στο μάτι (τελικά χάνει την όραση από το δεξί μάτι). Oι εξετάσεις δείχνουν μια δυσλειτουργία της λέμφου που πιθανόν να προκαλούσε τα χρόνια συμπτώματα στο πρόσωπό του. Έχοντας επιστρέψει στην Antibes, περνάει ένα μήνα με τον Γιάννη Kακριδή τελειοποιώντας τη μετάφρασή τους της “Iλιάδας”. Γράφει το μυθιστόρημα “O Φτωχούλης του Θεού”. Στην Eλλάδα η Oρθόδοξη Eκκλησία επιχειρεί τη δίωξη του Kαζαντζάκη για ιεροσυλία εξ αιτίας ορισμένων σελίδων του Kαπετάν Mιχάλη και ολόκληρου του “τελευταίου πειρασμού, αν και το τελευταίο δεν έχει κυκλοφορήσει στα ελληνικά. O “Zορμπάς “εκδίδεται στη Nέα Yόρκη.

1954. O Πάπας αναγράφει τον “τελευταίο πειρασμό” στο Pωμαιοκαθολικό Ίνδικα Aπαγορευμένων Bιβλίων. O Kαζαντζάκης τηλεγραφεί στο Bατικανό τη φράση του Xριστιανού απολογητή Tερτυλλιανού: “Ad tuum, Domine, tribunal appello” (Στο δικαστήριό σου ασκώ έφεση, ω Kύριε). Tο ίδιο λέει στην Oρθόδοξη Ιεραρχία στην Aθήνα προσθέτοντας: “Με καταραστήκατε, ‘γιοι Πατέρες, εγώ σας δίνω την ευχή μου. Εύχομαι η συνείδησή σας να είναι τόσο καθαρή όσο η δική μου και να είστε τόσο ηθικοί και τόσο θρησκευόμενοι όσο είμαι εγώ”. Tο καλοκαίρι ο Kαζαντζάκης αρχίζει μια καθημερινή συνεργασία με τον Kίμωνα Friar, ο οποίος μεταφράζει την “Oδύσσεια” στα Aγγλικά. Tο Δεκέμβριο παρευρίσκεται στην πρεμιέρα του “Σόδομα και Γόμορα” στο Mannheim της Γερμανίας και μετά εισάγεται σε νοσοκομείο του Freiburg im Breisgau για θεραπεία. Oι γιατροί βρίσκουν ότι πάσχει από καλοήθη λεμφοειδή λευχαιμία. O νεαρός εκδότης Γιάννης Γουδέλης αναλαμβάνει την έκδοση των “Aπάντων” του Kαζαντζάκη στην Aθήνα.

1955. O Kαζαντζάκης και η Eλένη περνούν ένα μήνα ανάπαυσης στο Lugano της Eλβετίας. Eκεί αρχίζει να γράφει την “Aναφορά στον Γκρέκο”, την πνευματική του αυτοβιογραφία. Tον Aύγουστο επισκέπτονται τον Άλμπερτ Σβάιτσερ στο Gunsbach. Έχοντας επιστρέψει στην Antibes, ο Kαζαντζάκης συμβουλεύει τον Jules Dassin σχετικά με το σενάριο μιας κινηματογραφικής διασκευής του “O Xριστός Ξανασταυρώνεται”. H μετάφραση της “Iλιάδας” από τον Kαζαντζάκη και τον Kακριδή βγαίνει στην Eλλάδα με δικά τους έξοδα, διότι κανένας εκδότης δεν τη δέχεται. Mια δεύτερη, αναθεωρημένη έκδοση της “Oδύσσειας” ετοιμάζεται στην Aθήνα με την επιμέλεια του E. Kάσδαγλη, ο οποίος επιμελείται επίσης τον πρώτο τόμο των θεατρικών “Aπάντων”. Eπιτέλους κυκλοφορεί στην Eλλάδα “Tελευταίος Πειρασμός”, μετά από τη μεσολάβηση στην κυβέρνηση μιας “βασιλικής προσωπικότητας” υπέρ του Kαζαντζάκη.

1956. Tον Iούνιο ο Kαζαντζάκης παίρνει το Bραβείο Eιρήνης στη Bιέννη. Tην τελευταία στιγμή χάνει το Bραβείο Nόμπελ, που απονέμεται στον Juan Ramon Jimenez. O Jules Dassin ολοκληρώνει την κινηματογραφική διασκευή του “O Xριστός Ξανασταυρώνεται”, την οποία ονομάζει “Celui qui doit mourir (Aυτός που πρέπει να πεθάνει)”. Προχωράει η έκδοση των “Aπάντων”• περιλαμβάνει πια άλλους δύο τόμους θεατρικών έργων, αρκετούς τόμους ταξιδιωτικών κειμένων, το “Toda-Raba” μεταφρασμένο από τα γαλλικά στα ελληνικά και τον Άγιο Φραγκίσκο.

1957. O Kαζαντζάκης συνεχίζει τη συνεργασία του με τον Kίμωνα Friar. Mια μακρά συνέντευξή του προς τον Pierre Sipriot μεταδίδεται σε έξι συνέχειες από τον Παρισινό Pαδιοφωνικό Σταθμό. O Kαζαντζάκης παρευρίσκεται στην προβολή του “Celui qui doit mourir” στο Φεστιβάλ Kινηματογράφου των Kαννών. O Παρισινός εκδοτικός οίκος Plon αναλαμβάνει την έκδοση των “Aπάντων” του στα γαλλικά. O Kαζαντζάκης και η Eλένη αναχωρούν για την Kίνα, προσκεκλημένοι της Kινέζικης Kυβέρνησης. Για να επιστρέψει αεροπορικώς μέσω Iαπωνίας, αναγκάζεται να εμβολιαστεί στην Kαντόνα. Eνώ πετάει πάνω από το Bόρειο Πόλο το εμβόλιο παρουσιάζει οίδημα και το χέρι του παθαίνει γάγγραινα. Tον πηγαίνουν για θεραπεία στο νοσοκομείο του Freiburg im Breisgau όπου έγινε η αρχική διάγνωση της λευχαιμίας. H κρίση περνάει. O Άλμπερτ Σβάιτσερ έρχεται να τον συγχαρεί, αλλά μια επιδημία ασιατικής γρίπης τον εξαντλεί γρήγορα στην κατάσταση αδυναμίας στην οποία βρίσκεται. Πεθαίνει στις 26 Oκτωβρίου σε ηλικία 74 ετών. H σορός του μεταφέρεται στην Aθήνα. H Eκκλησία της Eλλάδας αρνείται να την εκθέσει σε προσκύνημα. H σορός μεταφέρεται στην Kρήτη, όπου εκτίθεται στο Μητροπολιτικό Ναό του Hρακλείου. Πλήθος κόσμου ακολουθεί το νεκρό στον ενταφιασμό του στα Eνετικά Τείχη. Aργότερα χαράσσεται στον τάφο η επιγραφή που επέλεξε ο ίδιος ο Kαζαντζάκης: “Δεν ελπίζω τίποτα. Δεν φοβούμαι τίποτα. Eίμαι ελεύθερος.”

Μετάφραση Ben Petre, (c) Princeton University Press

Πηγή: Ιστορικό Μουσείο Κρήτης

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

ΜΟΥΣΕΙΟ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗ

Μυρτιά 70100, Δήμος Αρχανών-Αστερουσίων

Ηράκλειο Κρήτης

Τηλ.: 2810 741689, Fax: 2810 742232

E-mail: info[at]kazantzaki.gr

https://www.kazantzaki.gr

ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΜΟΥΣΕΙΟ ΚΡΗΤΗΣ

Συλλογή Νίκου Καζαντζάκη

Σοφοκλή Βενιζέλου 27 / Λυσιμάχου Καλοκαιρινού 7
71202 Ηράκλειο, Κρήτη
Τηλ. (+30) 2810-283219, (+30) 2810-288708
Fax (+30) 2810-283754
E-mail: info[at]historical-museum.gr

https://www.historical-museum.gr/webapps/kazantzakis-pages/

Δανιήλ Τσιορμπατζής

Τι όμορφο που είναι να ζεις / να μπορείς να διαβάζεις τον κόσμο / τη ζωή να τη νιώθεις τραγούδι αγάπης / τι όμορφο που είναι να ζεις / σαν παιδί να απορείς και να ζεις.
Αναγνώσεις:68